Η Ρωσοποίηση ως έγκλημα γενοκτονίας κατά των Ουκρανών

Ο Taras Marusyk – Δημοσιογράφος, δημοσιολόγος, μεταφραστής από τα γαλλικά και κοινωνικός ακτιβιστής. Συνδημιουργός του γλωσσικού νόμου του 2019, συγγραφέας του βιβλίου «30 χρόνια Ανεξαρτησίας: Γλωσσικές Πράξεις που Αλλάζουν την Ουκρανία» (2021) και μεταφραστής τεσσάρων βιβλίων από τη γαλλική γλώσσα.

Μέλος των Εθνικών Ενώσεων Δημοσιογράφων και Συγγραφέων, πρόεδρος του Τομέα Μεταφραστών της Εθνικής Ένωσης Συγγραφέων, δημιουργός και παρουσιαστής εκπομπών στο Radio Svoboda (1994–2007). Ειδικός στη γλωσσική πολιτική, συμμετείχε στη συνεδρίαση της Ολομέλειας του Συνταγματικού Δικαστηρίου για το γλωσσικό νόμο (2016).

Εργάστηκε στη Βουλή, στο Υπουργικό Συμβούλιο, στη Γραμματεία του Προέδρου, όπου ηγήθηκε τμημάτων γλωσσικής πολιτικής. Βραβευμένος με το Βραβείο Ιβάν Ογιένκο (2021).

 

Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Γάλλου ιστορικού Alain Besançon, «Η τέχνη του ψεύδους είναι τόσο παλιά όσο και η ίδια η Ρωσία», θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το θέμα της γλωσσικής γενοκτονίας στην Ουκρανία είναι τόσο παλιό όσο και η Ρωσική Αυτοκρατορία. Αν και η έρευνα των αρχείων γύρω από αυτό το θέμα απέχει πολύ από την ολοκλήρωσή της, έχουμε ήδη χιλιάδες τεκμηριωμένα γεγονότα που αποκαλύπτουν το εύρος της ρωσοποίησης της Ουκρανίας κατά τον 19ο και 20ό αιώνα. Έχουν εκδοθεί σημαντικά έργα από επιστήμονες του Εθνικού Πανεπιστημίου της Kyiv-Mohyla Academy, των Ινστιτούτων Ιστορίας και της Ουκρανικής Γλώσσας της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας, βασισμένα σε παλαιότερα απόρρητα αρχειακά έγγραφα. Αυτά αναδεικνύουν τη μεθοδικότητα και τη συστηματικότητα της γλωσσικής γενοκτονίας, με τίτλους όπως: «Ουκρανική ταυτότητα και το γλωσσικό ζήτημα στη Ρωσική Αυτοκρατορία: Μια προσπάθεια κρατικού ελέγχου», «Η ουκρανική γλώσσα στον 20ό αιώνα: Ιστορία γλωσσικής γενοκτονίας. Έγγραφα και υλικά», «Χρονολογία των γλωσσικών γεγονότων στην Ουκρανία».

Ο 19ος αιώνας και οι αρχές του 20ού αιώνα στη Ρωσική Αυτοκρατορία αποτέλεσαν την αρχή της συστηματικής εξάλειψης της ουκρανικής γλώσσας μέσω απαξίωσης και απαγορεύσεων. Από τη μία πλευρά, διαδίδονταν σκόπιμα ψευδείς ισχυρισμοί ότι η ουκρανική γλώσσα ήταν τεχνητή, παραμορφωμένη από πολωνικές επιρροές, ότι το ουκρανικό έθνος δημιουργήθηκε από το αυστριακό γενικό επιτελείο και ότι η ουκρανική γλώσσα “εφευρέθηκε” στην Αυστροουγγαρία. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και αθώες προσπάθειες να εξασφαλιστεί το ελάχιστο δυνατό δικαίωμα εκατομμυρίων Ουκρανών στη γλώσσα τους αντιμετωπίστηκαν, μετά την Εγκύκλιο Valuyev το 1863, με σκληρές απαγορεύσεις της ουκρανικής γλώσσας και διώξεις των ομιλητών της. Εκείνη την εποχή διαμορφωνόταν ενεργά το στερεότυπο της ουκρανικής ως μιας μη προνομιούχας, αγροτικής γλώσσας, ανίκανης να εκφράσει ανώτερες έννοιες, επιστημονικές ιδέες ή το «Θείο Σχέδιο», όπως ανέφερε ο πρώην γενικός κυβερνήτης τριών ουκρανικών επαρχιών Annenkov σε μία αναφορά που στην πραγματικότητα ήταν καταγγελία. Αυτός ο συνεχής στιγματισμός της ουκρανικής γλώσσας άσκησε αδιάκοπη πίεση στη χρήση της, ενώ η επιρροή του εξαπλωνόταν ολοένα και περισσότερο.

Η κύρια αιτία της υιοθέτησης της Εγκυκλίου Valuyev και των διώξεων κατά της ουκρανικής γλώσσας ήταν η πρώτη ουκρανική μετάφραση της Βίβλου από τον Pylyp Morachevskyi. Η ρωσική εκκλησία αποδείχθηκε ο πιο συνεπής πολέμιος της ουκρανικής γλώσσας.

Αγκάθι στο μάτι της αυτοκρατορίας ήταν και η ορθογραφία, η οποία υπόκειτο επίσης σε απαγόρευση. Στη διαταγή της Κεντρικής Διοίκησης Τύπου από τον Ιανουάριο του 1886, αναφερόταν η καταστροφή 12.000 αντιτύπων έργων που τυπώθηκαν με την τότε ουκρανική ορθογραφία, γνωστή ως «kulishivka».

Πώς να μη θυμηθεί κανείς, υπό αυτές τις συνθήκες, την πραγματικότητα της ανεξάρτητης Ουκρανίας, όπου, όπως μπορώ να πω μεταφορικά, οι κληρονόμοι του Valuyev κατά την προεδρία του Leonid Kuchma μπλόκαραν τις 19 προτάσεις για αλλαγές στην ουκρανική ορθογραφία που είχε εισηγηθεί ο γνωστός γλωσσολόγος Vasyl Nimchuk το 1999. Αρκούσε μία προεδρική εντολή για να σταματήσει η διαδικασία αλλαγής.

Η αρχή του 20ού αιώνα δεν άλλαξε τη στάση της αυτοκρατορίας απέναντι στην ουκρανική γλώσσα, αλλά η ανερχόμενη ουκρανική ελίτ άρχισε να υψώνει το ανάστημά της. Στην πραγματικότητα, η υπεράσπιση της γλώσσας, της ταυτότητας και η αντίσταση στον ρωσικό ιμπεριαλισμό ήταν συχνά έργο μιας παθιασμένης μειοψηφίας. Όπως και την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Όπως και πρόσφατα στην ανεξάρτητη Ουκρανία.

Θα παραθέσω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από επιστολή μιας ομάδας ουκρανικής διανόησης της Οδησσού προς τον πρόεδρο της Επιτροπής Υπουργών, Witte, τον Ιανουάριο του 1905:

“Αιτούμαστε όπως η μικρορωσική γλώσσα απολαμβάνει στη Ρωσία τα ίδια δικαιώματα ύπαρξης και ανάπτυξης που απολαμβάνουν οι εβραϊκές, ταταρικές, μεγαλορωσικές, πολωνικές, γερμανικές και όλες οι άλλες γλώσσες. Ώστε οι Μικρορώσοι (Ουκρανοί) στο ρωσικό τους κράτος να μην αισθάνονται σαν αποπαίδια και να μην αναγκάζονται, στην αναζήτηση “ζωογόνου νερού,” να καταφεύγουν στην Αυστρία, όπως συμβαίνει τώρα, παρά τις διοικητικές απαγορεύσεις. Διότι τη φύση δεν μπορείς να την νικήσεις, και “αν δεν την αφήσεις από την πόρτα, θα μπει από το παράθυρο”. Το γεγονός της ανάπτυξης της ουκρανικής γλώσσας, που τώρα στην Αυστρία χρησιμοποιείται από καθηγητές δύο πανεπιστημίων για τη διδασκαλία της επιστήμης, το έχει αποδείξει με απόλυτη σαφήνεια”.

Είναι ενδιαφέρον ότι πρώτος στη λίστα υπογραφών είναι ο επιστήμονας, κοινωνικός και πολιτικός παράγοντας, μελλοντικό μέλος της Κεντρικής Ράντα, Serhii Shelukhyn. Μεταξύ των υπογραφών υπάρχει επίσης το όνομα ενός άλλου σπουδαίου Ουκρανού, του Ivan Lypa, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, είχε το λογοτεχνικό ψευδώνυμο «Petro Shelest». Ένας τέτοιος ενδιαφέρων συσχετισμός, μια απρόσμενη ιστορική σύνδεση. Είναι γνωστό ότι στον πρώτο γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ Ουκρανίας, τον πραγματικό Petro Shelest, αποδόθηκε κάποια ουκρανοφιλία και μια σχετική επιβράδυνση της διαδικασίας ρωσοποίησης. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές αν συγκριθεί με τις ενέργειες του διαδόχου του, Shcherbytskyi.

Ένα ακόμη έγγραφο – μια ευθεία καταγγελία, χρονολογημένη τον Απρίλιο του 1907, απαιτεί την απαγόρευση του «Αναγνωστικού» για τα λαϊκά σχολεία και την απόλυση του συγγραφέα του από τη θέση του διευθυντή των λαϊκών σχολείων: «Ελπίζουμε ότι η εκπαιδευτική ηγεσία… δεν θα επιτρέψει στο δημόσιο σχολείο… να διδάσκει ημιμαθείς αγροτόπαιδες σε μια διαφθαρμένη πολωνική λαϊκή διάλεκτο, την οποία ο συγγραφέας παρουσιάζει ως ουκρανική γλώσσα». Και η περήφανη υπογραφή κάτω από αυτό το «αριστούργημα» ανώνυμης συκοφαντίας: «Ρώσος παιδαγωγός».

Ο σκηνοθέτης Oleksandr Dovzhenko αναφέρει στο «Ημερολόγιό» του τις σπουδές του στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Hlukhiv: «Μας προετοίμαζαν να γίνουμε δάσκαλοι – ρωσοποιητές της περιοχής. Στις επαρχίες Kyiv, Podillia και Volyn, ο μισθός μας περιλάμβανε αργότερα ένα επίδομα, περίπου δεκαοκτώ ρούβλια τον μήνα – για τη ρωσοποίηση της περιοχής». Αυτό μας επιστρέφει πολλές δεκαετίες αργότερα στην ηρωική μορφή του αντιφρονούντα Valerii Marchenko, ο οποίος, με τίμημα τη ζωή του, αποκάλυψε ένα σοβιετικό έγγραφο που αντέγραφε την ουσία της αυτοκρατορικής πολιτικής ρωσοποίησης των αρχών του 20ού αιώνα.

Την ίδια εποχή, τον Μάιο του 1910, ένα από τα όργανα της αποικιακής διοίκησης της ρωσικής αυτοκρατορίας, η Προσωρινή Επιτροπή Τύπου του Κιέβου, εξέδωσε διαταγή για τη σύλληψη και κατάσχεση του φυλλαδίου «Ще не вмерла Україна» («Η Ουκρανία δεν έχει πεθάνει ακόμα» – σημερινός ήμνος της Ουκρανίας. Σημ. μεταφρ.). Να πώς αιτιολόγησαν οι τότε αξιωματούχοι την απόσυρση του εθνικού ύμνου: «Στο συγκεκριμένο έργο … ο συγγραφέας καλεί τους Μικρορώσους να ξεκινήσουν επαναστατική δράση κατά της ρωσικής κυβέρνησης και υποδαυλίζει στους Μικρορώσους εχθρότητα προς τους Μεγαλορώσους και τη ρωσική κυβέρνηση». Θα ήθελα να σημειώσω ότι τα μέλη αυτής της επιτροπής κατανόησαν πολύ καλά τη σημασία της λέξης «εχθροί».

Νέες απαγορεύσεις και η αντίσταση εναντίον τους προχωρούσαν παράλληλα, επηρεάζοντας διάφορα στρώματα της ουκρανικής κοινωνίας.

Τον Ιανουάριο του 1910, ο Υπουργός Εσωτερικών, Piotr Stolypin, εξέδωσε εγκύκλιο με την οποία απαγορεύτηκε η καταχώριση των «εθνοτικών οργανώσεων» που «είχαν ως στόχο την ένωση ξένων στοιχείων αποκλειστικά στη βάση εθνικών συμφερόντων».

Τον Δεκέμβριο του 1909, ένας από τους αγωνιστές για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, ο συγγραφέας του φυλλαδίου «Samostijna Ukraina» («Ανεξάρτητη Ουκρανία»), Mykola Mikhnovskyi, σε επιστολή του προς τον καθηγητή του Kharkiv, Sumtsov, του ζητά να συμφωνήσει να συνεισφέρει υλικό για μια συλλογή που θα υποστήριζε την αναγκαιότητα εισαγωγής της ουκρανικής γλώσσας ως μέσο διδασκαλίας στα σχολεία.

Ενδεικτικό έγγραφο αποτελεί η επιστολή του Anatolij Samorodov, μαθητή του Γυμνασίου του Kyiv-Pechersk, με ημερομηνία Απρίλιος 1914, προς τον Petro Davydovych στο Sokal (σημερινή περιφέρεια Lviv): «Θα ήταν πολύ επιθυμητό οι μαθητές του γυμνασίου σας στο Sokal να αλληλογραφούν με τους μαθητές μας στο Kyiv».

Μια μυστική επιστολή του κυβερνήτη της Poltava, Baggovut, προς τον υπουργό Εσωτερικών, με ημερομηνία Φεβρουάριος 1914, περιείχε ένα λεπτομερές σχέδιο αντι-ουκρανικών μέτρων που περιλάμβανε σχεδόν δύο δωδεκάδες σημεία. Απόσπασμα: «Εφόσον το όνομα ‘Ουκρανικό’ χρησιμεύει ως η σημαία κάτω από την οποία διεξάγεται το κίνημα, θα άξιζε ασφαλώς να απαγορευτεί ό,τι σχετίζεται με αυτό, και, αντίθετα, να προβάλλεται ό,τι περνάει κάτω από τη σημαία της Μικρής Ρωσίας… Πρόσφατα, το όνομα ‘Μικρορωσικό’ αντικαταστάθηκε από τη λέξη ‘Ουκρανικό’ σε όλες τις αφίσες και τις διαφημίσεις στις τοπικές εφημερίδες. Έτσι, στα μάτια του τοπικού πληθυσμού δημιουργείται η πεποίθηση ότι κανείς δεν αντιτίθεται στο ουκρανικό κίνημα».

Αυτό το μακροσκελές έγγραφο περιλάμβανε τα εξής: ότι για τη διδασκαλία θα πρέπει να προσλαμβάνονται μόνο «μεγάλορώσοι» εκπαιδευτικοί και να απολύονται οι δάσκαλοι που δείχνουν τάσεις προς το ουκρανικό κίνημα· ότι η ιστορία της Ρωσίας ως ενιαίας και αδιαίρετης θα πρέπει να διδάσκεται σωστά· ότι θα πρέπει να γραφεί η ‘αληθινή’ ιστορία του μικρορωσικού λαού και να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις πολιτικές πεποιθήσεις του αγροτικού κλήρου· ότι θα πρέπει να επιδοτηθούν συγκεκριμένες εφημερίδες στο Kyiv, το Kharkiv, την Poltava και το Katerynoslav για την καταπολέμηση του ουκρανικού κινήματος και να δημοσιευθούν άρθρα σχετικά με την αναγκαιότητα μιας εθνικής γλώσσας, δηλαδή της πλούσιας ρωσικής γλώσσας· και τέλος, να καταπνιγούν οποιεσδήποτε απόπειρες οικονομικού αυτονομισμού των Ουκρανών.

Διαβάζοντας τα έγγραφα του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, έπιανα επανειλημμένα τον εαυτό μου να σκέφτεται πως τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί πολύ χειρότερα – πως θα μπορούσε να είχε συμβεί μια γλωσσική καταστροφή. Είναι γνωστό ότι στο Kyiv, στα τέλη του 19ου αιώνα, τα ουκρανικά μιλούνταν από ελάχιστες οικογένειες, μετρημένες στα δάχτυλα. Αυτό είχε σοκάρει τον Ivan Franko, ο οποίος, όταν επισκεπτόταν το Kyiv, για να ακούσει και να μιλήσει στη μητρική του γλώσσα, πήγαινε στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων “Kievskaya Starina”, όπου εργαζόταν ένας πωλητής που μιλούσε ουκρανικά.

Δόξα τω Θεώ, η γλωσσική καταστροφή δε συνέβη. Η αντίσταση στον εκρωσισμό έγινε ένα από τα θεμέλια του μετέπειτα αγώνα για μια ανεξάρτητη Ουκρανία.

Μετά τον Οκτωβριανό πραξικόπημα του 1917, η ρωσοποίηση γινόταν με πιο λεπτό και ύπουλο τρόπο. Αρχικά, το νέο καθεστώς αποφάσισε να κάνει κάποιες παραχωρήσεις, υποσχόμενο ακόμη και «αυτοδιάθεση μέχρι και απόσχιση» και εισάγοντας τη λεγόμενη «ριζοποίηση». Τελικά, αυτή η πολιτική αποδείχθηκε απατηλή. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν τόσο η κυρίαρχη εθνική ομάδα όσο και οι ενταγμένοι σε αυτήν ρωσοποιημένοι λαοί.

Στο νέο της βιβλίο «Η γλώσσα είναι το σπαθί. Πώς μιλούσε η Σοβιετική Αυτοκρατορία», η Evhenija Kuznetsova σημειώνει ότι κατά την περίοδο της ριζοποίησης, ο ρωσόφωνος πληθυσμός έδειχνε μεγάλη απροθυμία να παρακολουθήσει μαθήματα άλλων γλωσσών. Τη δεκαετία του 1920, λιγότερο από το 1% των εθνοτικών Ρώσων μιλούσαν άλλες γλώσσες.

Η συγγραφέας επισημαίνει επίσης τον διαδεδομένο καθημερινό σοβινισμό μεταξύ του ρωσόφωνου πληθυσμού σε ολόκληρη την ΕΣΣΔ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα σχόλιο που έγινε στο Ταταρστάν σε μια συζήτηση με έναν Τάταρο μαθητή, αν θα ήθελε να μάθει τη μητρική του γλώσσα, αφού αυτή μπορεί να χρησιμεύσει μόνο για συζητήσεις γύρω από ασήμαντα πράγματα στο χωριό, όπως, για παράδειγμα, πώς να μαχαιρώσει κανείς έναν φουκαρά.

Το Holodomor (ο Τεχνητός Λιμός 1932-1933. Σημ. μεταφρ.) ανέκοψε οριστικά τη ριζοποίηση-ουκρανοποίηση, ενώ το διάταγμα του 1938 «Για την υποχρεωτική εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας στα σχολεία των εθνικών δημοκρατιών και των περιφερειών» υποχρέωσε όλους να ακολουθήσουν τη γενική σοβιετική γραμμή. Ο μεθοδευμένος εξαναγκασμός για την επιβολή της ρωσικής γλώσσας αφορούσε όλες τις εθνοτικές ομάδες στη σοβιετική επικράτεια, προκαλώντας αντιδράσεις που ποικίλαν ανάλογα με τη δυνατότητα κάθε λαού να αντισταθεί.

Η E. Kuznetsova αναφέρει χαρακτηριστικά ένα σαρκαστικό ανέκδοτο που δημιουργήθηκε μετά το διάταγμα αυτό: «Μάθημα ρωσικής γλώσσας σε σχολείο της Γεωργίας. Δάσκαλος: “Παιδιά! Να το θυμάστε! Δεν υπάρχει τρόπος να το κατανοήσετε! Η λέξη Ot vas (Από εσάς) γράφεται ξεχωριστά, και η λέξη Kvas (ένα είδος μη αλκοολούχου ποτού) γράφεται μαζί!”».

Παράλληλα, άρχισαν να γίνονται παρεμβάσεις στη δομή της ίδιας της γλώσσας – στη σύνταξη, την ορθογραφία και το λεξιλόγιο. Αυτό αφορούσε ακόμη και γλώσσες που βρίσκονταν πολύ μακριά από τη ρωσική, όπως η καλμίκικη.

Πολλοί από τους Καλμίκους που εκτοπίστηκαν στη Σιβηρία δεν επέστρεψαν ποτέ στα σπίτια τους. Στην πλειονότητά τους δεν μιλούσαν ρωσικά, και καλύτερα τη γλώσσα τη μάθαιναν τα ορφανά παιδιά, στα οποία όχι μόνο στέρησαν την οικογένειά τους, αλλά και το περιβάλλον τους. Οι κακουχίες της εξορίας προκάλεσαν μεγάλη ζημιά στη δομή της γλώσσας: στα καλμίκικα εμφανίστηκαν περισσότερα ρήματα από ουσιαστικά, επειδή η ρωσική διοίκηση απευθυνόταν στους εκτοπισμένους «προδότες» με τη γλώσσα των κοφτών διαταγών.

Παρεμπιπτόντως, μόλις κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα της Nina Kuriata, «Dzvinka. Μια Ουκρανή γεννημένη στην ΕΣΣΔ», το οποίο αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας που γεννήθηκε στο Lyubashivka της περιφέρειας Odesa. Η κεντρική ηρωίδα, όταν συνειδητοποιεί την ουκρανική της ταυτότητα, έρχεται αντιμέτωπη με τους ψυχολογικούς εφιάλτες της γλωσσικής διάκρισης, των προκαταλήψεων των συγχωριανών της και της θέσης της ως πολίτης δεύτερης κατηγορίας. Εξάλλου, πολλοί εξακολουθούν να θυμούνται τις “χάρες” του «διεθνικού ρατσισμού», όπως εύστοχα χαρακτήρισε εκείνη την εποχή η E. Kuznetsova.

Ο Taras Marusyk παρουσιάζει τη μετάφρασή του του βιβλίου «Holy Rus» του Γάλλου ιστορικού και καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Κοινωνικών Επιστημών Alain Bezanson στο Εκπαιδευτικό και Ερευνητικό Ινστιτούτο του Εθνικού Πανεπιστημίου Bohdan Khmelnytsky Cherkasy. Φωτ: cdu.edu.ua

Αναφέρθηκα ήδη στον V. Marchenko. Αυτός ήταν που διέδωσε στη Δύση τις μυστικές αποφάσεις του 1983 με τίτλο «Για πρόσθετα μέτρα βελτίωσης της διδασκαλίας της ρωσικής γλώσσας στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης και σε άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα των ενωσιακών δημοκρατιών». Έτσι, η αλήθεια για τη «ισοτιμία και την άνθηση των γλωσσών» στη σοβιετική αυτοκρατορία έγινε γνωστή στη διεθνή κοινή γνώμη. Στο κατηγορητήριο του Δημοτικού Δικαστηρίου του Kyiv, το απόρρητο αυτό έγγραφο χαρακτηρίστηκε «χειρόγραφο λίβελλο». Με άλλα λόγια, η αντιουκρανική προπαγάνδα της Μόσχας και του υποτελούς Kyiv αποκάλεσε την απολύτως σοβαρή απόφαση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, του Υπουργικού Συμβουλίου και του Υπουργείου Παιδείας της ΕΣΣΔ με έναν όρο που θυμίζει οργουελική διατύπωση.

Αυτή η νεότερη εγκύκλιος τύπου Valuyev, όπως την αποκάλεσε ο V. Marchenko, αύξησε από το 1984 κατά 15% τις αποδοχές των καθηγητών της ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας, διαχώρισε τις τάξεις στα μαθήματα ρωσικής γλώσσας στα σχολεία, στις επαγγελματικές σχολές και στα παιδαγωγικά κολέγια σε δύο ομάδες· έδωσε εντολή για την κατασκευή εγκαταστάσεων και φοιτητικών εστιών για τη στέγαση των φοιτητών των τμημάτων ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας των παιδαγωγικών ινστιτούτων· εξομοίωσε τις υποτροφίες των φοιτητών της ρωσικής γλώσσας με αυτές των φοιτητών των νομικών σχολών· εισήγαγε εισαγωγικές και διδακτορικές εξετάσεις στη ρωσική γλώσσα και λογοτεχνία για τους υποψήφιους διδάκτορες.

Ως αποτέλεσμα μιας πολύ μακράς διαδικασίας εκρωσισμού των Ουκρανών, η κατάσταση της λειτουργίας της ουκρανικής γλώσσας λίγο πριν από την ανεξαρτησία της Ουκρανίας ήταν σχεδόν καταστροφική. Όπως θυμάται ο ιστορικός Vladyslav Hrynevych, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν ήταν υποψήφιος διδάκτορας στο Ινστιτούτο Ιστορίας της Ουκρανίας και παρατηρούσε τη σταδιακή εξαφάνιση της ουκρανικής γλώσσας, ρώτησε έναν συνάδελφό του από το επίσης ακαδημαϊκό Ινστιτούτο Γλώσσας αν θεωρούσε ότι υπήρχαν πιθανότητες επιβίωσης για την ουκρανική γλώσσα. «Καμία», απάντησε με απόγνωση ο γνωστός φιλόλογος.

Ευτυχώς, αυτό δεν συνέβη, αλλά για όλα τα 30 χρόνια της ουκρανικής ανεξαρτησίας, η αυτοκρατορία, αυτή τη φορά υπό τη μορφή της Ρωσικής Ομοσπονδίας, επένδυε συνεχώς τεράστια ποσά και διαφθορά στους υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Ουκρανίας, ώστε να αποτρέψει την εφαρμογή ενός από τους σημαντικότερους πυλώνες του Συντάγματος της Ουκρανίας: τη λειτουργία της ουκρανικής γλώσσας ως κρατικής σε ολόκληρη την επικράτεια της χώρας και σε όλους τους τομείς. Η ρωσική γλώσσα αποδείχθηκε αποτελεσματικό όπλο στα χέρια των ηγετών της Ρωσίας για τον καθορισμό των συνόρων μεταξύ κρατών, σύμφωνα με την επανειλημμένα δηλωθείσα απειλή του Ρώσου προέδρου: «Η Ρωσία βρίσκεται εκεί όπου ομιλείται η ρωσική γλώσσα».

Θα αναφέρω ένα έγγραφο που δημοσιεύτηκε από τον Vakhtang Kipiani πριν από λίγες εβδομάδες: σύνδεσμος. Είναι γνωστό ότι έχει συγκεντρώσει μια τεράστια συλλογή εφημερίδων. Έτσι, η εφημερίδα του περιφερειακού συμβουλίου της Odesa, “Odesskie Izvestiya”, το φθινόπωρο του 1993 ανέφερε στην πρώτη σελίδα ότι ο αναπληρωτής γραμματέας του συμβουλίου δέχθηκε επίπληξη για «σαμποτάζ» (!), επειδή είχε συμπεριλάβει μερικές ειδήσεις στην ουκρανική γλώσσα στην εφημερίδα. Αυτό θεωρήθηκε ως «προσπάθεια να ενοχλήσει τον ρωσόφωνο αναγνώστη». Πάνω από το κείμενο του επίσημου άρθρου κυριαρχεί η φράση με μαύρα γράμματα: «Συγγνώμη!».

Το πιο γνωστό παράδειγμα προσωρινής επιτυχίας της Ρωσίας είναι ο λεγόμενος «νόμος Kolesnichenko-Kivalov», ο οποίος υιοθετήθηκε στην Ουκρανία υπό έντονες πιέσεις και με σοβαρές παρατυπίες το 2012. Η προσπάθεια ακύρωσής του τον Φεβρουάριο του 2014 χρησιμοποιήθηκε από τη Ρωσία ως πρόσχημα για την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας και την ένοπλη επίθεση στο Donbas. Η επιθετικότητα αυτή καλύφθηκε με το πρόσχημα της προστασίας του ρωσόφωνου πληθυσμού. Στην πραγματικότητα, ο νόμος «Για τις βάσεις της κρατικής γλωσσικής πολιτικής» συνέχισε να ισχύει και ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο μόλις το 2018. Ωστόσο, η αλήθεια ποτέ δεν ήταν συμφέρουσα για τη Ρωσία, καθώς κατέρριπτε πλήρως τους μύθους της.

Κατά τη διαδικασία υιοθέτησης του γλωσσικού νόμου του 2019, το Κρεμλίνο οργάνωσε μια ισχυρή εκστρατεία παραπληροφόρησης για τη δυσφήμησή του. Αυτή είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς στις βαθύτερες πτυχές του κρύβεται η αμετάβλητη επιθυμία της Ρωσίας να διαγράψει την Ουκρανία από τον χάρτη. Ουσιαστικά, η πολιτική γλωσσικής εξόντωσης της Ρωσίας στην Ουκρανία και η πολυετής αντίσταση των Ουκρανών στις διώξεις της ουκρανικής γλώσσας αποτελούν μέρος της ευρύτερης μάχης του πολιτισμού ενάντια σε μια ψευδοπολιτισμένη τάξη πραγμάτων. Είναι μια μάχη ενάντια σε έναν λαό-ορδή, έναν λαό νομάδων που έχει συνηθίσει να λεηλατεί, να σκοτώνει και να επεκτείνει απεριόριστα τα σύνορά του σε όλους τους τομείς, καθώς η έννοια της Ρωσίας και των συνόρων είναι ασύμβατες.

Λοιπόν, τι πρέπει να κάνουμε; Στις αρχές Φεβρουαρίου του 2022, μαζί με ομοϊδεάτες, διοργανώσαμε την πρώτη από μια σειρά συσκέψεων με θέμα «Ρωσοποίηση/εκρωσισμός ως έγκλημα». Δυστυχώς, ο μεγάλος πόλεμος διέκοψε προσωρινά τη συζήτησή μας. Σε στενό κύκλο, ανταλλάξαμε απόψεις για το πώς να ξεκινήσουμε τη διαδικασία νομικής αναγνώρισης του εγκλήματος της ρωσοποίησης/εκρωσισμού, το οποίο μπορεί να συγκριθεί με γενοκτονία. Ίσως, για τον σκοπό αυτό, αξίζει να βασιστούμε στην γνωστή νομική αρχή της θετικής διάκρισης. Κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σε νομική αξιολόγηση του ζητήματος και να προσπαθήσουμε να το προωθήσουμε μέσω του κοινοβουλευτικού μηχανισμού με έναν ή περισσότερους νομοθετικούς προτάσεις.

Η ευρείας κλίμακας εισβολή της Ρωσίας βοήθησε πολλούς Ουκρανούς να αποτινάξουν την αιώνια πλάνη από τα μάτια τους. Μου φαίνεται πως η περίοδος μετά τον πόλεμο θα είναι αρκετά ευνοϊκή για να προσπαθήσουμε να υλοποιήσουμε αυτή την ιδέα.

16 Σεπτεμβρίου 2023.

Μετάφραση της Γαλήνης Μασλιούκ.

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *