«Έγραψα αυτό το ημερολόγιο για να καταγράψω την πραγματικότητα για τον εαυτό μου και για τους άλλους, ώστε κανείς να μην ξεχάσει πώς ήταν τα πράγματα», λέει ο Mykhailo Vlaznev. Γεννήθηκε στη Μαριούπολη το 1992, σε μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Ουκρανία. Να ζεις, να είσαι ευτυχισμένος, να ονειρεύεσαι, να πετυχαίνεις. Να γίνεσαι καθημερινά μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου και να γράφεις τη σύγχρονη ιστορία της πόλης και της χώρας σου. Έτσι ακριβώς ήταν τα 30 χρόνια της ζωής του σε μια πόλη δίπλα στη θάλασσα. Όμως, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ρώσικη Ομοσπονδία διέγραψε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων κι άρχισε σταδιακά να εξαφανίζει ειρηνικές πόλεις από προσώπου γης.
Είναι αδύνατο να θυμηθεί κανείς τις πρώτες εβδομάδες της πλήρους εισβολής χωρίς δάκρυα και απόγνωση. Αυτή όμως είναι η δική μας πραγματικότητα, ο κοινός μας αγώνας που ολόκληρος ο πολιτισμένος κόσμος πρέπει να γνωρίζει. Χάρη σε συνειδητοποιημένους Ουκρανούς όπως ο Mykhailo, μπορούμε να διαβάσουμε σήμερα όλη την αλήθεια για τις ενέργειες του αιματηρού γείτονά μας. Οι συναισθηματικές εκδηλώσεις του συγγραφέα αντιστοιχούν στην ηθική κατάσταση όλων των Ουκρανών στην αρχή του Μεγάλου Πολέμου.
Ιστορική αναδρομή
Για να καταλάβετε την κατάστασή μου, είναι σημαντικό να ξέρετε ότι στην αρχή του πολέμου βρισκόμουν στο Κίεβο, έμενα σε ξενοδοχείο, χωρίς αυτοκίνητο, χωρίς διαβατήριο, με κάρτα μόνο μίας τράπεζας και λίγα μετρητά. Τις δικαιολογίες για μια τέτοια επιπολαιότητα θα τις διαβάσετε παρακάτω. Ειλικρινά μιλώντας, ο κύριος λόγος των προαναφερθέντων ήταν η ξέφρενη μ@…ια μου και η πεποίθησή μου ότι όλοι οι ελιγμοί της ρωσικής ομοσπονδίας, όλες οι προειδοποιήσεις του γέρου Μπάιντεν, ήταν κάποια πολιτικά παιχνίδια για εσωτερική κατανάλωση σε διάφορες χώρες. Ήμουν απολύτως πεπεισμένος ότι πόλεμος δε θα γίνει, πως όλοι οι λογικοί άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι το 2014 έγιναν πολλά λάθη και το βασικό ζητούμενο ήταν να παγώσει αυτή η γαμημένη κατάσταση και όχι να κλιμακωθεί. Έκανα σχέδια για το μέλλον, σχεδίαζα τη ζωή μου και πίστευα ότι η κρίση σύντομα θα περάσει και θα έρχονταν μέρες ηρεμίας, μέρες για επενδύσεις, μέρες άνεσης στην Ουκρανία, στη Μαριούπολη. Δεν ήταν απλά πεποίθηση, ήταν λόγος που επέστρεψα από την Ευρώπη, όπου πέρασα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο δουλεύοντας πάνω στα σχέδιά μου. Ένιωθα ότι ήμουν πολύ κοντά στον στόχο μου. Οι αμφιβολίες ήρθαν στις 22.02 όταν ο ηγέτης των επιθετικών γειτόνων μας ανακοίνωσε την αναγνώριση της ανεξαρτησίας των «δημοκρατιών-μπανανίες». Ας θεωρήσουμε εκείνη τη μέρα ως την αρχή. Παρακάτω θα περιγράψω τις σκέψεις μου, συνδέοντάς τες με συγκεκριμένες ημερομηνίες.
22.02. Κίεβο. Ξενοδοχείο. Πλατεία Kontraktova.
Διαβάζω τις ειδήσεις και καταλαβαίνω ότι πρέπει να αναθεωρήσω όλα μου τα σχέδια. Εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο μακριά θα έφταναν όλα αυτά και ούτε ήθελα να το φανταστώ. Ήταν η πρώτη από τις δύο εβδομάδες που έπρεπε να περάσω στο γραφείο προκειμένου να κατανοήσω τις νέες ευθύνες της νέας μου θέσης.
24.02. Κίεβο. Ξενοδοχείο. Πλατεία Kontraktova.
Ο πόλεμος έχει αρχίσει. Συνειδητοποιώ ότι πρέπει να πάω στη Μαριούπολη για να φυγαδεύσω τη γιαγιά μου, να πάρω τα χαρτιά και το αυτοκίνητο. Προσπάθησα να ψάξω για εισιτήρια, υπήρχαν μόνο για την επόμενη μέρα. Η τραπεζική κάρτα είναι μπλοκαρισμένη, αν θυμάστε η Monobank δε λειτουργούσε για περίπου 24 ώρες. Αποφασίζω να πάω στον σταθμό για να αγοράσω το εισιτήριο με μετρητά. Δε θέλω να μείνω μόνος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Οι φίλοι μου με κάλεσαν σε ένα διαμέρισμα κοντά στον σταθμό του μετρό Dorohozhychi και πριν από το μεσημέρι ήμουν ήδη εκεί. Αγοράσαμε τα απαραίτητα τρόφιμα, ελέγξαμε το καταφύγιο στο υπόγειο του γειτονικού κτιρίου, αποφασίσαμε να περάσουμε τη νύχτα στο διαμέρισμα. Ναι, ανάμεσα στην ασφάλεια και την άνεση, επιλέγω την άνεση και αργότερα θα το διαπιστώνετε συνεχώς. Ήταν σημαντικό για μένα να μείνω με τους γνωστούς μου τότε, καθώς η αβεβαιότητα τρομάζει. Το κορίτσι στο διαμέρισμα του οποίου μέναμε ανησυχούσε να στείλει τη γάτα της στη μητέρα της στο Ντνιπρό. Με κοινή προσπάθεια βρήκαμε κλουβάκι και το φέραμε από την άλλη πλευρά του Κιέβου. Ένας από τους φίλους μας πήγε στον σταθμό πριν την απαγόρευση κυκλοφορίας και κατάφερε να στείλει τη γάτα. Τη νύχτα άκουσα τους πρώτους, πολύ μακρινούς ήχους εκρήξεων, που ερχόντουσαν από την πλευρά του Γοστόμελ.
25.02. Κίεβο. Διαμέρισμα φίλων. Σταθμός μετρό Dorohozhychi.
Ημέρα αναχώρησης. Όλοι είχαμε διαφορετικές κατευθύνσεις: Μαριούπολη, Οδησσός, Ντνιπρό. Πηγαίνουμε στο μετρό, σέρνοντας τις τσάντες μας. Όσο πιο κοντά στο σταθμό του μετρό, τόσο περισσότεροι άνθρωποι με αποσκευές. Τις τραβάνε μέχρι την είσοδο κοιτάζοντας γύρω τους. Πολλοί άνθρωποι πέρασαν τη νύχτα στον σταθμό. Στα σκαλοπάτια υπάρχει ένα μικρό πέρασμα, πέντε μέτρα πλάτος, ο υπόλοιπος χώρος του δαπέδου καταλαμβάνεται από ανθρώπους πάνω σε στρώματα, κουβέρτες. Όλα όσα βλέπω γύρω μου είναι δύσκολο να τα πιστέψω. Είναι σαν την αρχή μιας ταινίας για την αποκάλυψη, και όντως ήταν μόνο η αρχή. Το τρένο έφυγε στην ώρα του, αλλά ήταν γεμάτο, όσοι δεν είχαν εισιτήριο, κάθονταν σε τσάντες στο διάδρομο, στα κάτω ράφια καθόντουσαν από τρία άτομα ταυτόχρονα.
26.02. Περιφέρεια Zaporizhzhya. Polohy.
Ανακοινώνουν ότι το τρένο δεν θα φτάσει στη Μαριούπολη, σταματάει στο Polohy και δεν πηγαίνει παραπέρα. Τώρα που ξαναθυμάμαι αυτό το πρωινό, μετανιώνω που περιορίστηκα απλά στο να απειλήσω έναν από τους συνεπιβάτες του τρένου, που αυτοπροσκαλέστηκε στο ταξί μου, πως θα τον πετάξω έξω στα χωράφια. Αυτός ο λάτρης του «ρωσικού κόσμου» θα είχε πάρει ένα καλό μάθημα περπατώντας στα χωράφια, ίσως να είχε συναντήσει εκείνα τα καθάρματα του ρωσικού στρατού που, κατά τη γνώμη του, δεν υπήρχαν. Στο σημείο ελέγχου, ακριβώς στην είσοδο της Μαριούπολης, τη στιγμή που έρχεται η σειρά μας για έλεγχο εγγράφων, ακούμε μια έκρηξη από πίσω μας. Ένας στρατιώτης μας κάνει νόημα να φύγουμε. Ο οδηγός ταξί κάνει απότομη στροφή, απομακρύνοντάς μας γρήγορα από την πόλη. Αφού διανύσαμε λιγότερο από ένα χιλιόμετρο, μαθαίνουμε από στρατιωτικούς ότι στο δρόμο που μόλις περάσαμε εξερράγη νάρκη. Κάνοντας μια ακόμα προσπάθεια, καταφέρνουμε τελικά να μπούμε στην πόλη. Μερικοί δρόμοι είναι αποκλεισμένοι με μπάζα, η πόλη προετοιμάζεται για άμυνα. Ταυτόχρονα, εμφανίζονται τύποι με βρώμικες αθλητικές φόρμες που εξετάζουν τι μπορούν να κλέψουν. Κοντά στο σπίτι μου, η αστυνομία έχει ακινητοποιήσει με μούτρα στην άσφαλτο μια ομάδα οκτώ ατόμων που έψαχναν για λάφυρα, μαζί με έναν τεράστιο σκύλο χωρίς φίμωτρο. Κάποιος φυσιολογικός άνθρωπος θα έβρισκε περίεργο να περπατάει τέτοια παρέα εν μέσω πολιορκίας, αλλά ήταν η καλύτερη στιγμή για όποιον ονειρευόταν ένα καινούριο ψυγείο τζάμπα. Το σημαντικό είναι πως επέστρεψα στο σπίτι μου, εκεί που αγωνιστικά τόσο πολύ να είμαι. Τώρα πρέπει να αποφασίσω τι θα κάνω στη συνέχεια.
![]() |
Το διαμέρισμα του Mykhailo Vlaznev στη Μαριούπολη. Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από τους φίλους γιατί ο ίδιος αναγκάστηκε να σβήσει όλες τις φωτογραφίες από το κινητό του για να μπορέσει να περάσει τα μπλόκα των ρώσων στρατιωτών. |
27.02-01.03 Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Khmelnytskyi.
Τίποτα το ιδιαίτερο δε συνέβη αυτές τις μέρες. Έχασα την ευκαιρία να φύγω από την πόλη λόγω του φόβου μήπως μας εκτελέσουν στο δρόμο. Η επικοινωνία και το διαδίκτυο χάθηκαν. Κατάφερα να πάρω τη γιαγιά στο σπίτι μου, να προμηθευτώ τρόφιμα. Βγαίνω κάθε μέρα για νερό, φαγητό, νέα. Το πρωί στο κέντρο της πόλης υπάρχει πολύς κόσμος στους δρόμους, γύρω στις 15:00 αρχίζουν να μαζεύονται στα σπίτια τους. Το αυτοκίνητό μου είναι χαλασμένο, βρίσκεται στην άλλη πλευρά της πόλης. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα φτάσει στο Zaporizhzhya, καθώς τρεις ημέρες πριν φύγω για το Κίεβο, έσπασα ένα σημαντικό μέρος της ανάρτησης – τον πίσω δεξιό μοχλό. Ψάχνω άλλους τρόπους για να φύγω με την οικογένειά μου από εδώ. Ήδη είχε σκάσει η πρώτη βόμβα στην αυλή μας, όλα τα αυτοκίνητα καταστράφηκαν, μια γειτόνισσα σκοτώθηκε μπροστά στα μάτια του εγγονού της.
02.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Khmelnytskyi.
Πετάγομαι μέσα στη νύχτα από τον ήχο του πυροβολικού, με την αίσθηση ότι το σπίτι δέχεται ξανά πυρά. Μια βόμβα πέφτει κοντά στο σπίτι, τα θραύσματα καταστρέφουν τα μπαλκόνια των κάτω ορόφων. Από το μπαλκόνι μου πετάγονται όλα τα τζάμια έξω, μέρος των παραθύρων σπάει. Ένα θραύσμα γυαλιού στο μέγεθος του μισού μικρού δαχτύλου διαπερνάει το τζάμι της μπαλκονόπορτας και καρφώνεται στο πάτωμα. Λόγω αυτού, η θερμοκρασία στο διαμέρισμα πέφτει δραματικά. Είναι τρομακτικό να μείνεις εδώ. Ο τέταρτος όροφος μιας πολυκατοικίας από πάνελ δεν είναι το καλύτερο καταφύγιο στον πόλεμο. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, κόβουν το ρεύμα, το νερό, τη θέρμανση. Η κλασική τακτική πολιορκίας – περικυκλώνεις την πόλη και κάνεις τη ζωή σε αυτή αφόρητη. Το διαμέρισμα γίνεται πολύ κρύο. Πηγαίνω τη γιαγιά μου σε συγγενείς μας στην περιοχή Moryakiv που μένουν σε μονοκατοικία. Εγώ παραμένω στο κέντρο, στο διαμέρισμα φίλων μου, για να μη χάσω την ευκαιρία εκκένωσης. Η νύχτα από τις 2 προς 3 Μαρτίου είναι μια ξεχωριστή ιστορία που ίσως θα τη γράψω μετά τη συμφωνία των συμμετεχόντων αυτής της θρυλικής βραδιάς, ας την ονομάσουμε «η νύχτα της μαρμελάδας βατόμουρο».
03.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Οδός Italiyska.
Αφού πήρα επιτέλους καθαρά ρούχα και τακτοποίησα τις συνέπειες της προηγούμενης νύχτας, έμαθα για την εκκένωση που ανακοίνωσε ο δήμαρχος της πόλης. Δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί τόσους ανθρώπους στους δρόμους, ακόμη και σε καιρό ειρήνης. Πήρα τη γιαγιά μου με το αυτοκίνητο των γνωστών, αλλά στη διαδρομή έσκασε μία από τις ρόδες, έτσι από τη συνοικία νούμερο 23 συνεχίσαμε με τα πόδια. Όταν φτάσαμε στο Θέατρο Δράματος, ένα από τα σημεία εκκένωσης, αυτή είχε ήδη ακυρωθεί. Όπως έμαθα αργότερα, πρόλαβαν να φύγουν τα πρώτα εκατό αυτοκίνητα, μετά άνοιξαν πυρ και η εκκένωση ακυρώθηκε. Παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με πολύ έμπειρους ηλικιωμένους, η δυσοσμία στην κατάψυξη από χαλασμένο κρέας είναι πολύ πιο σημαντική από οτιδήποτε άλλο, ας περιμένει όλος ο κόσμος. Μετακόμισα σε ένα άλλο διαμέρισμα κοντά στο δικό μου, που ευγενικά μου παραχώρησαν οι γνωστοί μου. Ήταν πέτρινο σπίτι στη Λεωφόρο Nakhimov, στο ισόγειο με παράθυρα προς τη θάλασσα. Καλύτερο καταφύγιο μπορεί να είναι μόνο ένα προσωπικό καταφύγιο.
04.03-07.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Nakhimov.
Κάθε πρωί πηγαίνω στο γραφείο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην οδό Torhova, τη μοναδική μου πηγή ειδήσεων. Οι υπάλληλοι του γραφείου είχαν ειδική επικοινωνία. Ακόμα ελπίζω ότι θα οργανωθεί «πράσινος διάδρομος» για τους πολίτες. Κάθε μέρα πηγαίνω για νερό. Από φαγητό είμαι εντάξει. Το γεγονός ότι έχω αρκετές κονσέρβες και τρόφιμα μακράς διαρκείας το οφείλω στον κολλητό μου Zhenya, και τον ευχαριστώ γι’ αυτό. Έχω τα πάντα εκτός από καύσιμα. Μαζί με τους γείτονές μου μαζεύουμε καυσόξυλα και μαγειρεύουμε στη φωτιά.
Μία από αυτές τις ημέρες βγήκαμε για νερό. Η εταιρεία ύδρευσης «Vodokanal» είχε τοποθετήσει βυτιοφόρα με νερό σε διάφορα σημεία της πόλης. Πορτοκαλί βυτιοφόρο – τεχνικό νερό, ασημί – πόσιμο. Ένα από τα βυτιοφόρα τεχνικού νερού ήταν σταθμευμένο κοντά στο κτίριο της Φιλαρμονικής στην οδό Metallurhiv. Εκεί βρίσκονταν πρόσφυγες από την αριστερή όχθη της πόλης, η οποία είχε πληγεί σε μεγάλο βαθμό από τους βομβαρδισμούς. Αυτοί οι πρόσφυγες μας επιτέθηκαν καθώς παίρναμε νερό. Καταλαβαίνω ότι έμειναν χωρίς στέγη, αλλά σε κάθε κατάσταση πρέπει να παραμένεις άνθρωπος. Σε τι διαφέρουν τα παιδιά των προσφύγων από τα παιδιά των γειτόνων μου, που επίσης χρειάζονταν αυτό το νερό; Ανάμεσα στον όχλο των επιτιθέμενων θυμήθηκα τον πιο επιθετικό τύπο, γύρω στα 25, που είχε χάσει ένα μάτι, η πληγή ήταν φρέσκια, χωρίς βολβό και φαινόταν κόκκινο κρέας από πίσω. Ήταν έτοιμος να παλέψει για το νερό. Έβγαλα την ασφάλεια από το σπρέι πιπεριού που είχα στην τσέπη μου και εκείνος πήγε να πάρει έναν πυροσβεστήρα που απειλούσε να χύσει πάνω μας. Αυτή η κατάσταση δείχνει πόσο όλοι έχουν τρελαθεί και πόσο πολύτιμο έχει γίνει το νερό. Δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω το τελευταίο μου σπρέι στον τύπο που επίσης θα πονούσε πολύ όταν το αέριο θα χτυπούσε την πληγή. Φύγαμε με μερικά δοχεία νερού.
Τότε συνειδητοποίησα ξεκάθαρα ότι στην πιθανότητα να σκοτωθείς από ένα βλήμα ή μια σφαίρα, προστέθηκε και η πιθανότητα να σε χτυπήσουν μέχρι θανάτου για νερό ή φαγητό. Το να είσαι σε μια πολιορκημένη πόλη χωρίς όπλα είναι κακή ιδέα. Με εξαίρεση μερικά μεγάλα καταστήματα, όλα λεηλατήθηκαν μέχρι τις 10.03. Καταλαβαίνω γιατί άνοιξαν παντοπωλεία και φαρμακεία, αλλά πού τραβάτε τα ψυγεία όταν στους δρόμους είναι ήδη τα πτώματα; Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσω το σπρέι, το οποίο πολύ αργότερα το πήρε ένας ηλίθιος στο σημείο ελέγχου του «DNR», ένας ελίτ μαχητής ύψους ενάμισι μέτρου με σάπια δόντια.
08.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Nakhimov.
Χωρίς επικοινωνία σχεδόν μια εβδομάδα. Από την αριστερή όχθη καταφθάνει τεράστιος αριθμός προσφύγων. Όλα τα καταφύγια είναι υπερπλήρη, οι άνθρωποι μένουν σε υπόγεια απλών σπιτιών, υγρά, κρύα και ακατάλληλα για κατοίκηση. Η θερμοκρασία έξω είναι ακόμα χαμηλή, αλλά δεν υπάρχει άλλη λύση. Δεν υπάρχει τρόπος να φύγουμε, η πόλη είναι περικυκλωμένη. Οι βομβαρδισμοί του πυροβολικού στο κέντρο της πόλης αυξάνονται. Δεν μπορείτε να βρείτε καύσιμα πουθενά. Συνεχίζω να πηγαίνω στον Ερυθρό Σταυρό κάθε πρωί, πιστεύω ακόμα σε έναν πράσινο διάδρομο για πολίτες. Το αυτοκίνητο που υποτίθεται θα χρησιμοποιούσαμε δεν κινείται. Μπορώ μόνο να περπατήσω στην άλλη πλευρά της πόλης για να πάρω το δικό μου αυτοκίνητο. Στη διαδρομή συναντώ ανθρώπους που διαδίδουν ψευδείς φήμες: «Είδα με τα ίδια μου τα μάτια πώς καταστράφηκε η γέφυρα». Στην πραγματικότητα, ήταν ανέπαφη, εκτός από τα σπασμένα καλώδια του τρόλεϊ, και φρουρούνταν από τον στρατό μας. Οι στρατιωτικοί έλεγξαν την ταυτότητά μου και ζήτησαν από τους τύπους που πηγαίνανε με το αυτοκίνητο προς την ίδια κατεύθυνση να με πετάξουν. Στη συνέχεια με το ωτοστόπ έφτασα στην πλατεία της αριστερής όχθης. Μέχρι τις 8 Μαρτίου, στο κέντρο της πόλης υπήρχαν κατεστραμένα κτίρια και απώλειες μεταξύ του πληθυσμού, αλλά μακράν όχι στις διαστάσεις όσο στην αριστερή όχθη.
Στην αριστερή όχθη τα κτίρια είχαν ήδη καεί ολοσχερώς και τα πτώματα στους δρόμους δεν απασχολούσαν πλέον κανέναν. Όταν ο γείτονας του πατέρα μου ζήτησε από τον αστυνομικό να κάνει κάτι για το πτώμα στην αυλή, ο αστυνομικός δεν είχε ιδέα τι να πει. Το πρώτο πράγμα που έκανα αφού μίλησα με τον μπαμπά μου ήταν να πάω φαγητό στους ηλικιωμένους μου στην ίδια γειτονιά. Το μισό σπίτι του παππού μου κάηκε, τέτοια σπίτια σιγόκαιγαν για τρεις ή πέντε μέρες. Το διαμέρισμά του ήταν ακόμα εντάξει, αλλά ήταν φανερό ότι δεν ήταν για πολύ. Αργότερα εκείνη την ημέρα, ο πατέρας μου μετέφερε τον παππού και τη γιαγιά στο σπίτι του. Η ξαδέρφη του παππού μου, που ζούσε κοντά, είχε το διαμέρισμά της σε καλύτερη κατάσταση και τα πάντα εκτός από πόσιμο νερό. Της είπα να φύγει, αφού θα πάρω το αυτοκίνητο από το συνεταιριστικό γκαράζ, και είπε ναι, αλλά φαινόταν, δεν πίστευε ότι θα επέστρεφα να τη δω άλλη μια φορά. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η μεγάλη θέληση της για ζωή, ήταν μετά το εγκεφαλικό, με συνάντησε όμως με τόση ζωντάνια. Είχε και έναν ηλικιωμένο γείτονα που τον καθησύχαζε. Εκείνος έκλαιγε και αυτή εύρισκε λέξεις να τον καθησυχάσει. Οι άνθρωποι συσπειρώθηκαν για να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον, οι γείτονές της μαγείρευαν φαγητό για τους ηλικιωμένους.
Γύρισα πίσω στον πατέρα μου, και εκείνος με τους υπόλοιπους μου έλεγαν να μην πάω να βρω το αυτοκίνητο, γιατί ήταν μακριά στη βιομηχανική ζώνη. Ο θείος μου συμφώνησε να με πάει εκεί. Μου ζωγράφισαν έναν χειροποίητο χάρτη, χωρίς τον οποίο δεν θα μπορούσα να βρω το γκαράζ, γιατί είχα πάει εκεί μόνο μια φορά στο παρελθόν. Πήρα το αυτοκίνητο πιο κοντά στις 3μ.μ., κάποια από τα γκαράζ του συνεταιρισμού είχαν καταστραφεί από τις βόμβες, δεν ήταν εύκολο να βρω καθαρή έξοδο από συντρίμια. Η ξαδέρφη του παππού αρνήθηκε να φύγει, και της έφερα πόσιμο νερό. Κανείς από την οικογένειά μου ή τους φίλους μου δεν πίστευε στην πιθανότητα εκκένωσης, κανείς εκτός από την οικογένεια της θείας μου, της οποίας ο σύζυγος με πήγε στον συνεταιρισμό. Στον δρόμο της επιστροφής, έπαιρνα κόσμο μαζί μου, θυμόμουν πώς μάζεψαν εμένα την ίδια μέρα. Άφησα το αυτοκίνητο στο παρτέρι με τα λουλούδια, ακριβώς δίπλα στο σπίτι, για να ελαχιστοποιήσω τους κινδύνους από θραύσματα, γιατί στην αυλή του σπιτιού μου στο Khmenytskoho δεν υπήρχαν πια ολόκληρα αυτοκίνητα από τη δουλειά του πυροβολικού και των όλμων.
09.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Nakhimov.
Το πρωί, όπως κάθε μέρα, μαθαίνω νέα από γνωστούς μου στον Ερυθρό Σταυρό. Εκεί επίσης ήταν να έρθουν και οι συγγενείς μου από την αριστερή όχθη, αλλά όπως αποδείχθηκε αργότερα, όλη τη μέρα και τις επόμενες είχαν τέτοιους βομβαρδισμούς, που έξοδος από το υπόγειο σήμαινε σίγουρο θάνατο. Την ίδια ημέρα προσπάθησα να φτάσω στη λεωφόρο Myrnyi, αλλά δεν τα κατάφερα. Στις 9 Μαρτίου άρχισαν να εμφανίζονται επικοινωνίες σε διάφορα σημεία: στον πύργο νερού, κοντά στο κατάστημα «Επιτυχία» και κάτω στο κτίριο επικοινωνίας «Kyivstar». Αφού βρήκα το μέρος όπου υπήρχε διαδίκτυο, κατάφερα να κατεβάσω τη ροή ειδήσεων και μηνυμάτων στους messengers. Ερχόμενος κάτω από το ίδιο το κτίριο του «Kyivstar», όπου το Διαδίκτυο ήταν πολύ καλύτερο, αποφόρτισα σχεδόν εντελώς την μπαταρία, απαντώντας σε μηνύματα.
Υπήρξε μια έκρηξη, και ήταν πολύ πιο ισχυρή από κάθε προηγούμενη έκρηξη. Η έκρηξη ήταν τόσο ισχυρή που ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι το κτίριο στο οποίο στεκόμουν ήταν στόχος επειδή υπήρχε πύργος κινητής τηλεφωνίας που παρείχε το διαδίκτυο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα πεσμένος στο πεζοδρόμιο, καλύπτοντας το κεφάλι μου, σηκώθηκα και έτρεξα μακριά από το επιχειρηματικό κέντρο. Μετά την έκρηξη, μπορούσα να ακούσω τα αεροπλάνα, πράγμα που σήμαινε ότι θα υπήρχαν και άλλες εκρήξεις. Όταν έφτασα στο καταφύγιο στην είσοδο του σπιτιού, βρήκα τους ίδιους τέσσερις τύπους να τρέχουν από όλες τις πλευρές, κανείς δεν κατάλαβε τι είχε γίνει ο στόχος, αλλά όλοι ένιωσαν αυτή την ισχυρή έκρηξη. Μετά από περίπου μισή ώρα, πήγα να βρω μια γεννήτρια για να φορτίσω το τηλέφωνο.
Αργότερα εκείνη την ημέρα, από τους γείτονές μου, οι οποίοι έτρεξαν να βγάλουν ανθρώπους από τα ερείπια, έμαθα ποιος ήταν ο στόχος και έμαθα επίσης ότι δεν ήταν ζωντανοί όλοι όσοι ανασύρθηκαν κάτω από τα ερείπια. Πώς αισθάνεσαι όταν βγάζεις ένα νεογέννητο μωρό από τα χαλάσματα νεκρό; Εκείνη την ημέρα, ο στόχος της ρωσικής αεροπορικής επιδρομής ήταν το μαιευτήριο και τα γύρω τμήματα του νοσοκομείου της πόλης νούμερο 3. Μπορεί να υπάρξει δικαιολογία για εκείνους που στόχευσαν το αεροπλάνο να ρίξει βόμβες στο μαιευτήριο; Και αυτοί που πιλοτάρουν το αεροπλάνο και πατούν το κουμπί; Τι γίνεται με τους ανθρώπους που συντηρούν το αεροπλάνο πριν φύγει για αυτή την αποστολή; Και τι να κάνεις με εκείνους που σπαρταρούν για να αποδείξουν ότι βομβάρδισαν γειτονικά κτίρια ή ότι δε βομβάρδισαν καθόλου; Δεν έχετε καμία δικαιολογία μπάσταρδοι, από αυτό το αίμα και όχι μόνο αυτό, δεν θα ξεπλυθείτε ποτέ. Αυτή η ντροπή θα στοιχειώνει τα παιδιά και τα εγγόνια σας. Απλά σκεφτείτε το. Αξίζει οποιοσδήποτε στόχος τη ζωή των νεογέννητων; Αυτό είναι πέρα από την κατανόηση του πολέμου. Μου ήταν δύσκολο να το πιστέψω μέχρι που είδα τα συντρίμια με τα ίδια μου τα μάτια. Αν κάποιος σήμερα πιστεύει ότι η χρήση πυρηνικών όπλων είναι μη ρεαλιστική, ας ξυπνήσει και ας ετοιμαστεί. Οι μπάσταρδοι θα κάνουν τα πάντα για να επιτύχουν τον στόχο τους.
10.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Nakhimov.
Το πρωί, όπως πάντα, νέα στον Ερυθρό Σταυρό. Είναι σημαντικό επίσης να αναφέρω πως κάθε προηγούμενη μέρα έβλεπα φίλους μου που έμεναν κοντά στο Δραματικό Θέατρο. Κάθε δύο ή τρεις μέρες είχα επίσης επαφή με τον Eugen, που με βοηθούσε με τα τρόφιμα. Έμενε με τη φίλη του και τον σκύλο τους σε καταφύγιο κάτω από ένα εργοστάσιο ζαχαροπλαστικής απέναντι από την Κεντρική αγορά, όπου προσκαλούσε και εμένα αρχικά. Όμως θυμάστε τι έγραψα για την επιλογή μου ανάμεσα στην άνεση και την ασφάλεια… Η 10η Μαρτίου ήταν η τελευταία ημέρα που κινούμουν ενεργά στην πόλη. Είπα σε όλους τους συγγενείς και φίλους να μην ανησυχούν, σταμάτησα να τους επισκέπτομαι γιατί είχε γίνει πολύ επικίνδυνο. Σε λίγες μέρες το κέντρο της πόλης μετατράπηκε σε μεγαλύτερα ερείπια από αυτά που είδα στην αριστερή όχθη. Την ίδια μέρα είδα το πρώτο πτώμα στο κέντρο, στη διασταύρωση της Λεωφόρου Myru και της οδού Levonevsky. Νωρίτερα σε αυτή τη συνοικία κατάφερναν να τα απομακρύνουν.
Συνέχισα να περπατώ με τα πόδια για οικονομία καυσίμου. Πλησιάζοντας ξανά το σημείο απ’ όπου είχα τρέξει χθες, κοντοστάθηκα για λίγο για να πιάσω ίντερνετ. Ταλαντευόμουν που να πάω, πιο κοντά στο επιχειρηματικό κέντρο ή στο μέρος όπου εμφανήστικε επικοινωνία αρχικά. Αποφάσισα να πάω προς το επιχειρηματικό κέντρο και μόλις έκανα πέντε βήματα, ακούστηκε μια έκρηξη. Αυτή τη φορά η βόμβα έπεσε εκεί που είχα αποφασίσει να μην πάω πριν λίγα δευτερόλεπτα. Ήμουν δευτερόλεπτα μακριά από τον θάνατο. Έτρεχα όλο το δρόμο μέχρι το διαμέρισμα στη λεωφόρο Nakhimov. Μετέφερα τα πράγματά μου πίσω στο σπίτι στην οδό Khmelnytsky και για κάποιες μέρες δεν μπορούσα να βγω έξω. Ήθελα να βγω, προσπαθούσα να βγω, αλλά δεν τα κατάφερνα. Οργάνωσα χώρο για ύπνο στο χολ του διαμερίσματός μου, από τον καναπέ που αποσυναρμολόγησα. Με τα μέρη που δεν κοιμόμουν, έκλεισα τα παράθυρα και τα τζάμια στις πόρτες. Ξέρω ότι αυτό δεν θα βοηθούσε με τα θραύσματα, αλλά θα σε προστάτευε από τα σπασμένα γυαλιά. Θα μπορούσα να κοιμηθώ στο υπόγειο με τους υπόλοιπους, αλλά επέλεξα… δεν μπορώ να το ονομάσω άνεση, επέλεξα να μείνω σπίτι. Με έκανε να νιώθω καλύτερα, μόνο γι’ αυτό.
11.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Khmelnytskyi.
Όταν ξύπνησα, για ένα δευτερόλεπτο σκέφτηκα ότι όλα ήταν όνειρο, αλλά όταν άνοιξα τα μάτια μου, βρήκα τον εαυτό μου να κοιμάται στο διάδρομο σε έναν διαλυμένο καναπέ και επέστρεψα στην πραγματικότητα. Από τις 3 Μαρτίου, δεν είχα νέα από τη γιαγιά μου, που ήταν στους συγγενείς μας στον οικισμό Moryakov. Έπρεπε να πάω εκεί, ήθελα, αλλά δεν έβρισκα τη δύναμη να βγω από το σπίτι. Καταλάβαινα ότι έπρεπε να γίνει, αλλά φοβόμουν πολύ μετά τη βόμβα που έσκασε δίπλα μου. Έμεινα όλη μέρα στο σπίτι, μερικές φορές κατέβαινα στο υπόγειο να μιλήσω με τους γείτονες.
Τη νύχτα, ξύπνησα από την έκρηξη μιας αεροπορικής βόμβας που ταρακούνησε το σπίτι μου, κοιτούσα το ταβάνι, περιμένοντας να πέσει πάνω μου, αλλά δε συνέβη. Μια άλλη βόμβα έπεσε στο νοσοκομείο. Έχασα όλες μου τις επιθυμίες και τα όνειρα που είχα πριν από τον πόλεμο. Το μόνο που ήθελα τότε ήταν να στέκομαι στο ντους κάτω από ζεστό νερό, ήταν η μόνη μου επιθυμία. Εκείνη τη στιγμή έχασα την ελπίδα για τοντον διάδρομο για τους πολίτες.
12.03. Μαριούπολη. Διαμέρισμα. Λεωφόρος του Khmelnytskyi.
Πρέπει να πάω στον οικισμό Moryakov. Κινούμαι προσεκτικά μέσα στην πόλη, περπατώντας δίπλα στα κτήρια, επιταχύνοντας στους ανοιχτούς χώρους και σχεδιάζοντας πού θα κρυφτώ σε περίπτωση βομβαρδισμού. Ο κανόνας είναι απλός: ακούς αεροπλάνο – κρύψου, ακούς έκρηξη – κρύψου. Έτσι, μέσα από αυλές κατά μήκος της λεωφόρου Budivelnykiv, πέρασα από την κοιλάδα και μετά την περιοχή με τα ιδιωτικά σπίτια έφτασα στο ήδη καμένο εμπορικό κέντρο «Prymor’ya». Η γιαγιά μου ήταν καλά. Η οικογένειά μου καθόταν στο τραπέζι και με έπεισαν να μείνω. Για να είμαι ειλικρινής, δε χρειάστηκε να με πιέσουν και πολύ. Χάρηκα που ήμουν με την οικογένεια. Όλοι μετακόμισαν στο σπίτι του θείου μου, που αποδείχθηκε ασφαλές καταφύγιο για εμάς. Έφεραν όλες τις προμήθειες, πόσιμο νερό, γεννήτρια ντίζελ. Το σπίτι ήταν εξοπλισμένο με λέβητα στερεών καυσίμων, μετά από τόσες μέρες κρύου και εξοικονόμησης νερού, βρέθηκα στη ζέστη. Το φαγητό μαγειρευόταν σε ηλεκτρική κουζίνα, όχι σε φωτιά, και μπορούσες να πλυθείς στο ντους, όχι από λεκάνη. Χορτάτος, ζεστός, στον κύκλο της οικογένειας – όλα αυτά έμοιαζαν απόηχοι της φυσιολογικής ζωής. Βρήκα μια θέση στην αυλή απέναντι για το αυτοκίνητό μου. Η σπιτονοικοκυρά μου ζήτησε να βγάλω την οικογένειά της από το κέντρο της πόλης.
Με πέταξαν στο διαμέρισμα στην οδό Khmelnytskyi οι συγγενείς μου που πήγαιναν προς τα εκεί για να πάρουν τις υπόλοιπες προμήθειες. Ενώ πακετάριζα μια βόμβα έπεσε κάτω από το μπαλκόνι μου. Είδα μια λάμψη φωτός, ένιωσα μια έκρηξη. Η γειτόνισσα που μένει από κάτω, από την έκρηξη πετάχτηκε από το μπαλκόνι της μαζί με τα φύλλα των ξύλινων μοριοσανίδων με τα οποία προσπαθούσε να κλείσει τα παράθυρα. Ήταν κυριολεκτικά σοκαρισμένη, δεν καταλάβαινε τι γινόταν γύρω της, αλλά ευτυχώς ήταν σώα. Η ένταση των βομβαρδισμών αυξανόταν κάθε ώρα. Όταν βρήκα αυτούς που υποσχέθηκα να φέρω στο χωριό, ήξερα ότι υπήρχαν αρκετά χτυπήματα από βόμβες στην αυλή όπου είχα αφήσει το αυτοκίνητό μου. Όταν βγήκα από το κτίριο μαζί τους, δεν πίστευα ότι το αυτοκίνητο θα έμενε άθικτο, αλλά ήμουν τυχερός. Η πόλη κατέρρεε μπροστά στα μάτια μας. Πριν από περίπου μια ώρα, περνώντας από τη διασταύρωση Bakhchevanskyi και Stroitelei, ήταν σχετικά άθικτη, τώρα υπήρχαν λακούβες από βόμβες και έκαιγε αυτοκίνητο. Πάτησα γκάζι και προσπάθησα να μην κοιτάζω αν υπήρχαν άνθρωποι μέσα στο αυτοκίνητο, όμως ήταν εκεί, ή ό,τι είχε απομείνει από αυτούς. Φτάσαμε ασφαλείς στον προορισμό μας. Έμεινα με την οικογένειά μου για τις επόμενες ημέρες.
13.03. Μαριούπολη. Στο σπίτι. Οικισμός Moryakov.
Μου έδειξαν ένα σημείο κοντά στο σπίτι όπου υπήρχε πρόσβαση στο διαδίκτυο μέσω κινητού. Δεν μπορούσα να μιλήσω, αλλά ήταν αρκετό για να αλληλογαρφώ. Φίλοι μου έστειλαν διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας ενός μέρους όπου θα μπορούσα να σταματήσω στο Berdyansk. Η μέρα ήταν ήρεμη· αεροπλάνα περνούσαν από πάνω μάς, όμως έριχναν βόμβες στο κέντρο της πόλης. Στον οικισμό δε γινόντουσαν μάχες.
14.03. Μαριούπολη. Στο σπίτι. Οικισμός Moryakov.
Αυτή την ημέρα στην οδό Ushakova, προς την κατεύθυνση του Melekino εμφανίστηκαν ουρές αυτοκινήτων που έφευγαν από την πόλη. Σε ομάδες των τριών, πέντε, δέκα αυτοκινήτων με λευκά πανιά στους καθρέφτες και στα χερούλια των θυρών. Προσωπικά μέτρησα περίπου πενήντα αυτοκίνητα συνολικά. Αφού μίλησα με έναν από τους οδηγούς, αποφασίσαμε πως θα φεύγαμε την επόμενη ημέρα. Ξεκινήσαμε τις προετοιμασίες. Οι συγγενείς, που μας είχαν φιλοξενήσει, αποφάσισαν να παραμείνουν στη Μαριούπολη.

15.03. Μαριούπολη. Στο σπίτι. Οικισμός Moryakov.
Ευχαριστώ τον θείο μου για εκείνο το μπιτόνι βενζίνης, χωρίς το οποίο δεν θα είχα καταφέρει να φτάσω στο Berdyansk εκείνη τη μέρα. Από το πρωί υπήρχε μεγάλη κίνηση στον δρόμο, τόσα αυτοκίνητα που ήταν μάταιο να προσπαθήσω να τα μετρήσω. Χρειάστηκαν αρκετές ώρες μέχρι να περάσουμε το πρώτο μπλόκο των μπάσταρδων στην έξοδο της πόλης. Πόσα τέτοια μπλόκα συναντήσαμε μέχρι το Berdyansk, δε θυμάμαι πια. Θυμάμαι μόνο την προσπάθεια να εξοικονομήσω καύσιμα. Η γιαγιά μου, που δεν ήξερε να οδηγεί, κάθισε στο τιμόνι ενώ εγώ έσπρωχνα το αυτοκίνητο. Φύγαμε με ένα χαλασμένο αμάξι, με την εξάτμιση να χτυπάει συνεχώς στην άσφαλτο, ειδικά στον δρόμο από το Berdyansk προς το Zaporizhzhya, όπου συνεχίσαμε την επόμενη μέρα ήδη μαζί με μια άλλη οικογένεια. Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής προς το Berdyansk, η ουρά των αυτοκινήτων δεν είχε τελειωμό, ούτε μπροστά ούτε πίσω μας. Στην είσοδο του Berdyansk οι στρατιώτες της ρωσικής ομοσπονδίας ξεκίνησαν προκλήσεις με φράσεις όπως: «Σε είδα στο βίντεο, είσαι από το Αζόφ». Δυσκολευόταν ακόμα και να μιλήσει, έμοιαζε λες και είχε αρχίσει να μαθαίνει ρωσικά μόλις ήρθε στην Ουκρανία. Στο Berdyansk μείναμε στη γιαγιά μιας φίλης μου. Τους ευχαριστώ για τη φιλοξενία και για τη βοήθειά τους την επόμενη ημέρα να βρούμε βενζίνη — κάτι καθόλου εύκολο. Θυμάμαι ακόμα τα μισοάδεια ράφια του σουπερμάρκετ ATB· το Berdyansk είχε καταληφθεί χωρίς μάχη.
16.03. Berdyansk. Σπίτι. Κέντρο της πόλης.
Το πρωί πήγα στο πρατήριο βενζίνης, όπου ο πατέρας της φίλης μου είχε ήδη πιάσει σειρά. Καταφέραμε να γεμίσουμε σχεδόν όλο το ρεζερβουάρ. Πήρα την οικογένεια, την οποία μου ζητήθηκε να βγάλω: ένα τρίχρονο παιδί, τη μητέρα του και τη γιαγιά του. Ξεκινήσαμε σε κομβόι για το Zaporizhzhya. Η ουρά ήταν ίδια με τη χθεσινή, με διαστήματα ανάμεσα στα μπλόκα της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Σήμερα όμως έπρεπε να παρακάμπτουμε τις ανατιναγμένες γέφυρες, οδηγώντας σε χωματόδρομους, όπου κάθε λακκούβα έκανε το αυτοκίνητο να χτυπά από κάτω. Ο έλεγχος στα μπλόκα ήταν γρήγορος, σε αντίθεση με εκείνους που με περίμεναν πέντε μέρες αργότερα. Είκοσι λεπτά πριν φτάσουμε στο πρώτο μας μπλόκο κοντά στο Zaporizhzhya, ακούσαμε πυροβολικό. Περνώντας από εκεί, είδαμε καμένα αυτοκίνητα. Οι Ρώσοι στρατιώτες χτυπούσαν επανειλημμένα το μπλόκο, παρότι γνώριζαν ότι από εκεί περνούσε φάλαγγα αμάχων. Το βράδυ φτάσαμε στο Zaporizhzhya και μείναμε για μια νύχτα μαζί με τους συνταξιδιώτες μας.
17.03. Zaporizhzhya. Διαμέρισμα. Βιομηχανική περιοχή.
Φεύγουμε μόλις λήγει η απαγόρευση της κυκλοφορίας. Φτάνουμε γρήγορα στο Dnipro, όπου πρώτα βάζω τη γιαγιά μου στο τρένο με προορισμό την Πολωνία. Αποχαιρετώ τους συνταξιδιώτες μας, οι οποίοι τελικά αναχώρησαν για την Ευρώπη. Εγώ παραμένω στο Dnipro με φίλους, προσπαθώντας να βρω το απαραίτητο ανταλλακτικό για το αυτοκίνητό μου.
18.03. Dnipro. Διαμέρισμα. Περιοχή Novokodakskyi.
Ευχαριστώ τους φίλους που μου πρόσφεραν ένα διαμέρισμα, όπου μπόρεσα να ξεκουραστώ εκείνο το βράδυ. Για πρώτη φορά ένιωσα πως ξύπνησα ασφαλής. Ωστόσο, υπήρχε και ένα άλλο συναίσθημα – σαν να μην είχα κάνει όσα μπορούσα. Αφού πέρασα όλη τη μέρα τηλεφωνώντας σε όλες τις αποθήκες του Dnipro, δεν κατάφερα να βρω το ανταλλακτικό που χρειαζόμουν. Υπήρχε όμως κάτι ακόμη πιο σημαντικό: ένας φίλος μου τηλεφώνησε, έκλαιγε, είχε εγκλωβιστεί μαζί με τη γυναίκα του και το παιδί τους, που δεν ήταν ούτε ενός έτους, κάτω από τους συνεχείς βομβαρδισμούς στην αριστερή όχθη. Δεν είχαν τρόφιμα, νερό και κυρίως φάρμακα, καθώς το παιδί είχε αρρωστήσει από το συνεχές κρύο. Ήθελα να κλάψω μαζί του, και ντρεπόμουν βαθιά που εγώ ήμουν ασφαλής και δεν μπορούσα να βοηθήσω, ενώ εκείνοι πέθαιναν. Τότε κατάλαβα πως έπρεπε να γυρίσω πίσω. Εγώ ήδη γνωρίζω πως είναι δυνατόν να φύγεις, όμως εκείνοι που έμειναν εκεί δεν το ξέρουν. Συνάντησα έναν φίλο που είχε φτάσει στο στρατιωτικό νοσοκομείο ως τραυματολόγος και έμεινα το βράδυ μαζί του στο κέντρο εθελοντών.
19.03. Dnipro. Κέντρο Εθελοντών. Βιομηχανική περιοχή.
Ξυπνάω, παίρνω ένα καλό πρωινό και ξεκινώ για το Novi Samzhary στην περιοχή της Πολτάβα, όπου υπάρχει συνεργείο διάλυσης αυτοκινήτων, και έχω ήδη βρει το ανταλλακτικό που χρειαζόμουν. Δεν υπάρχει χρόνος για να περιμένω ένα καινούργιο. Στην Πολτάβα με περίμεναν ήδη φίλοι, οι οποίοι με βοήθησαν να επισκευάσω την ανάρτηση και να βάλω το πλαϊνό τζάμι, όλα μέσα στην ίδια μέρα. Σχεδιάζω το ταξίδι μου μαζί με έναν φίλο που πηγαίνει στη Μαριούπολη να πάρει τους συγγενείς του. Οι επισκευές κράτησαν όλη μέρα και δεν πρόλαβα να επιστρέψω στο Dnipro πριν την απαγόρευση κυκλοφορίας. Έτσι, διανυκτερεύω στην είσοδο της πόλης, σε ένα κέντρο οργανωμένο από εθελοντές για πρόσφυγες, στην περιοχή Sobornyi, στο κτήριο Laser Tech Hall.
20.03. Ντνίπρο. Κέντρο εθελοντών, συνοικία Sobornyi.
Από νωρίς το πρωί ξεκινώ για το Zaporizhzhya, ώστε να προλάβω να ενταχθώ στην αυτοκινητοπομπή των εθελοντών. Στο Zaporizhzhya υπάρχει απαγόρευση κυκλοφορίας όλο το σαββατοκύριακο, με σταματούν σε κάθε δικό μας φυλάκιο. Περνώντας τη γέφυρα, με έψαχναν και έλεγχαν το κινητό μου για περίπου μία ώρα. Μετά την έρευνα, μου είπαν τι να αφήσω και τι να αφαιρέσω, ώστε να μειώσω τον χρόνο διέλευσης από τα σημεία ελέγχου της ρωσικής ομοσπονδίας. Καταφέρνω να ενταχθώ στην αυτοκινητοπομπή, όπως και ο φίλος μου. Είμαστε τελευταίοι στη σειρά περίπου δεκαπέντε οχημάτων. Μέχρι το τελευταίο μας μπλόκο, μας συνοδεύει η αστυνομία. Χάσαμε σχετικά λίγο χρόνο στην έξοδο, την υπόλοιπη ημέρα ξοδεύεται στους συνεχείς ελέγχους. Τα σημεία ελέγχου της ρωσικής ομοσπονδίας ήταν τόσο πολλά, που σε μερικές περιπτώσεις έβλεπες ήδη το επόμενο πριν φτάσεις στο τρέχον.
Περισσότερο απ’ όλα τους άρεσε να ελέγχουν τα κινητά τηλέφωνα, ξένες φωτογραφίες – είναι τόσο ενδιαφέρον. Σε κάθε δεύτερο από τα σημεία ελέγχου μάς ανάγκαζαν να γδυθούμε και εξέταζαν τατουάζ. Θυμάμαι, από όλους τους ελέγχους, μόνο σε δύο σημεία μας μίλησαν φυσιολογικά· σε όλους τους άλλους υπήρχαν προκλήσεις και απίστευτη θρασύτητα. Πριν ξεκινήσουμε, μας είχαν προειδοποιήσει ότι ήταν σημαντικό να διατηρούμε την ψυχραιμία μας και να μην τους αφήσουμε να εκμεταλλευτούν τη στιγμή.
Εκείνη την ημέρα σχεδόν φτάσαμε στη Μαριούπολη, μέσω της εθνικής που περνούσε από το Polohy. Σταματήσαμε στο χωριό Ρεσπούμπλικα, κοντά στη Μαριούπολη. Οι ιδιοκτήτες του πρώτου σπιτιού που χτύπησα την πόρτα, με δέχτηκαν να διανυκτερεύσω. Όλοι οι εθελοντές βρήκαν μέρος για να μείνουν. Ανάψαμε φωτιά και δημιουργήσαμε τις καλύτερες συνθήκες που μπορούσα να περιμένω εκείνη τη στιγμή. Οι ρώσοι στρατιώτες είχαν πάρει το αυτοκίνητο και τα προσωπικά αντικείμενα των ιδιοκτητών χωρίς καμία εξήγηση, απλώς τους πήραν το όχημα όταν εκείνοι προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν την πόλη τρεις μέρες νωρίτερα.
21.03. Χωριό Ρεσπούμπλικα. Σπίτι, κοντά στην έξοδο προς την εθνική οδό.
Πήγα τους ιδιοκτήτες του σπιτιού στη Μαριούπολη, μπήκα στην πόλη από την εθνική οδό Volodars’ke. Ο ρώσος στρατιώτης με ρώτησε αν είχα πάει στο Κίεβο, τον ενδιέφερε αν όλοι εκεί ήταν ήδη νεκροί και για ποιο λόγο είχα έρθει να «πάρω τους ούκρους που δεν ψόφισαν ακόμα». Έψαχνε τον παραμικρό λόγο για να με σκοτώσει τότε, αλλά δεν τον βρήκε. Το εμπορικό κέντρο «Port City» είχε καεί, όπως επίσης και οι εννιαώροφες πολυκατοικίες εκατέρωθεν του δρόμου. Μια εικόνα που σε συγκλονίζει, ειδικά αν θυμάσαι πώς ήταν πριν από την επίθεση. Η περιοχή γύρω από το «Port City» είναι σε καλύτερη κατάσταση, ο εσωτερικός κύκλος των κτιρίων παρέμενε σχετικά ανέπαφος, ενώ όλα τα εξωτερικά κτίρια είχαν καταστραφεί ή υποστεί μεγάλες ζημιές.
Είχα σχέδιό πως να πάρω μαζί μου όσο περισσότερους ανθρώπους μπορούσα. Ήξερα ότι δεν ήταν δυνατόν να φτάσω σε όλες τις συνοικίες. Δεν κατάφερα να περάσω από την οδό Topolyna προς την Illicha, καθώς υπήρχε σημείο ελέγχου της ρφ και με ανάγκασαν να γυρίσω πίσω. Σταμάτησα στο σπίτι των γονιών ενός φίλου μου, στην οδό Πάρκοβα, κοντά στον πυροσβεστικό σταθμό, και τους προειδοποίησα να ετοιμάζονται για αναχώρηση. Η πόλη είχε γίνει τόσο αγνώριστη που μπέρδευα ακόμα και τα σοκάκια· δεν υπήρχε πια κανένα άθικτο σπίτι, ολόκληρος ο δρόμος είχε χτυπηθεί από το πυροβολικό. Στο στενό των γονιών του φίλου μου υπήρχε ένα σπίτι που δε χτυπήθηκε.
Προσπάθησα να κατέβω την οδό Stroitelei προς το Prymorske, αλλά στην περιοχή του Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Σπουδών (γνωστό Ελληνικό πανεπιστήμιο της Μαριούπολης – σημ. μεταφρ.) γινόταν ενεργή οδομαχία. Παρατήρησα πως υπήρχαν πάρα πολλά πτώματα γύρω, ντυμένα με στολές, με όπλα ακόμα στα χέρια· ήταν τα σώματα των δύσμοιρων ανδρών από τη λεγόμενη «DNR» («Λαϊκή Ρεπούμπλικα του Ντονέτσκ» – σημ. μεταφρ.). Σε αυτόν τον πόλεμο τους χρησιμοποιούσαν σαν το φθηνό κρέας, για να εντοπίζουν τις θέσεις των δικών μας ελεύθερων σκοπευτών. Τους προδότες δεν αγαπάει κανείς, ακόμα και αυτοί που τους χρησιμοποιούν. Έστριψα εγκαίρως και απομακρύνθηκα από το σημείο. Ακούγονταν πυροβολισμοί, αλλά εμένα δεν πυροβολούσαν. Εκείνη τη μέρα κατάφερα να πάρω μαζί μου τους γονείς των δύο φίλων μου. Το απόγευμα φύγαμε από την πόλη. Άλλη μια ατελείωτη επιθεώρηση, άλλη μια φορά η απεριόριστη θρασύτητα των καθαρμάτων. Το βράδυ ήμασταν ήδη στο Zaporizhzhya. Δεν επέστρεψα ποτέ ξανά στην πόλη γενέτειρά μου.
Το συμπέρασμα που έβγαλα από τον τρόπο με τον οποίο μας ελέγχανε και πως μας πίεζαν, με έκανε να καταλάβω πως το να επιστρέψει κανείς εκεί είναι μια πολύ κακή ιδέα. Δεν επέστρεψαν πίσω όλοι οι εθελοντές. Κάποιοι μόλις τώρα γύρισαν, μετά από βασανιστήρια στα υπόγεια του Ντονέτσκ.
Θα ήθελα να επιστρέψω και να δω πώς είναι σήμερα η Μαριούπολη, αλλά δεν σκοπεύω να ρισκάρω τη ζωή μου μέχρι που κυματίζει εκεί σημαία των γουρουνόσκυλων. Οι λεπτομέρειες απ’ όσα έγιναν εκεί αρχίζουν να σβήνουν απ’ τη μνήμη μου, γι’ αυτό και τα έγραψα όλα. Ίσως κάποιος ενδιαφερθεί να δει τι συνέβη στη Μαριούπολη μέσα από τα δικά μου μάτια.
Όσοι με γνωρίζουν προσωπικά θα πουν πως ποτέ δεν έτρεφα αυταπάτες για την πολιτική των γαμημένων γειτόνων μας. Αλλά δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι τα πράγματα θα φτάσουν σε τέτοιο σημείο, ώστε η πόλη να καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι γνωστοί από τη ρφ (ρώσικη ομοσπονδία) θα τηλεφωνούσαν για να ρωτήσουν πώς είμαι – και μετά θα ανέβαζαν φωτογραφίες με τη Κορδέλα του Αγίου Γεωργίου, υποστηρίζοντας τον πόλεμο. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι άνθρωποι κοντινοί μου, που είδαν τα σπίτια τους να καίγονται στην κατοχή, θα πήγαιναν να ζήσουν στη ρφ.
Ας είμαστε ειλικρινείς: υπήρχαν αρκετοί φιλορώσοι στη Μαριούπολη, ειδικά άνθρωποι γύρω στα 50+. Αλλά όταν έρχονται να σκοτώσουν εσένα και την οικογένειά σου, πώς μπορείς να δικαιολογήσεις δολοφόνους; Μπορεί να σε μπόλιαζαν με προπαγάνδα όλη σου τη ζωή, αλλά πώς μπορείς να παραμείνεις τυφλός, όταν ήρθαν να σε σκοτώσουν, όταν το σπίτι σου καταστράφηκε και σου άρπαξαν ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί;
Μη σκεφτείτε ότι αυτοί είναι πολλοί. Οι περισσότεροι γνωστοί μου περιμένουν να διωχθούν οι κατακτητές και οι προδότες από την πόλη. Περιμένουν, όπως κι εγώ, δεν ξεχνάμε να βοηθάμε τον στρατό μας, ακόμη κι αν αυτό είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε.
Δεν έχω καμία αμφιβολία: η Ουκρανία θα νικήσει σε αυτόν τον πόλεμο. Αλλά το τίμημα θα είναι πολύ βαρύ – γιατί πεθαίνουν οι καλύτεροι.
Ζήτω η Ουκρανία! Слава Україні!

*Η «Κορδέλα του Αγίου Γεωργίου» είναι δίχρωμη, με τρεις μαύρες και δύο κίτρινες (ή χρυσές) ρίγες. Αρχικά εμφανίστηκε στα κρατικά παράσημα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, από τα τέλη του 18ου έως τις αρχές του 20ού αιώνα, ως μέρος του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου – της ανώτατης στρατιωτικής τιμητικής διάκρισης της εποχής.
Μετά την Επανάσταση του 1917, η χρήση της κορδέλας καταργήθηκε επισήμως, αλλά επανεμφανίστηκε στο κίνημα της Λευκής Φρουράς και σε ρωσικές μονάδες που συμμάχησαν με τη Βέρμαχτ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αργότερα, αποτέλεσε πρότυπο για ορισμένα σοβιετικά στρατιωτικά βραβεία, όπως το Τάγμα της Δόξας και το Μετάλλιο για τη Νίκη επί της Γερμανίας. Το 2000, η Ρωσική Ομοσπονδία επανέφερε το Τάγμα του Αγίου Γεωργίου, με την κορδέλα να παραμένει βασικό του στοιχείο.
Από το 2005, η κορδέλα άρχισε να χρησιμοποιείται ξανά σε εκστρατείες μνήμης με αφορμή την Ημέρα της Νίκης, στο πλαίσιο κρατικής καμπάνιας με προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Οι επικριτές της τής απέδωσαν το ειρωνικό προσωνύμιο «κολοράντο», λόγω της ομοιότητάς της με τις ρίγες του εντόμου κολοράντο (Leptinotarsa decemlineata), ενός γεωργικού παρασίτου που πλήττει κυρίως τις καλλιέργειες πατάτας. Ο όρος αποδίδεται στον Ρώσο δημοσιογράφο Αλεξάντρ Νεβζόροφ.
Από το 2014 και μετά, στο πλαίσιο της ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας, η κορδέλα έχει συνδεθεί με τον ρωσικό εθνικισμό και τον αυτονομιστικό λόγο. Το 2017, η χρήση της απαγορεύτηκε επισήμως στην Ουκρανία ως σύμβολο ρωσικής ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας.