ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ: Μυστικός Φάκελος S-32 «Η Φινλανδία στο μάτι της καταιγίδας» – Η Αλήθεια για το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ

 

Νίκος Γάτος – Πολιτικός, Επιστήμονας και Ιστορικός Ερευνητής. Γεννήθηκε το 1988 και ζει στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. «Ιστορική Έρευνα, Διδακτική και Νέες Τεχνολογίες» είναι το αντικείμενο των Μεταπτυχιακών του σπουδών (MSc) στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και έχει ασχοληθεί με θέματα που αφορούν την Ευρωπαϊκή Ιστορία.

 

 

 

Ένα από τα κυριότερα αινίγματα που αφορούν την ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι το γιατί η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση το καλοκαίρι του 1941. Μεταπολεμικά, πολλές υποθέσεις έχουν επιχειρήσει να δώσουν μια απάντηση σε αυτό. Οκτώ δεκαετίες μετά τη λήξη του Β΄ Μεγάλου Πολέμου, η αλήθεια για εκείνη την περίοδο αρχίζει να έρχεται στο φως. Το βιβλίο του Έρκι Χαουταμάκι με τίτλο «Η Φινλανδία στο μάτι της καταιγίδας – φάκελος Στρατάρχου Καρλ Γκούσταφ Έμιλ Μάνερχαϊμ S-32, μυστικά έγγραφα από το 1932 έως το 1949», ανατρέπει όσα ξέραμε για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική εκστρατεία στη Σοβιετική Ένωση και επιχειρεί να δώσει κάποιες απαντήσεις στις σκοτεινές πλευρές του. Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά στα σουηδικά το 2004 με τίτλο «Finland i stormens oga» και έναν χρόνο αργότερα, εκδόθηκε και στα φινλανδικά με τον τίτλο «Suomi myrskyn silmassa». Αξιοσημείωτο είναι ότι όσα αναφέρονται στη σουηδική έκδοση του βιβλίου εξετάστηκαν από ειδικούς του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, οι οποίοι αποφάνθηκαν υπέρ της γνησιότητάς τους. 

Φωτογραφίες: https://www.antikvaari.fi/teos/suomi-myrskyn-silmassa-marsalkka-cge-mannerheimin-/62a43802eaa1ec176c4a8618?product=655d624cd4a80997e3d62f50

Για τη συγγραφή του βιβλίου ο Χαουταμάκι ερεύνησε πλήθος αρχείων που σχετίζονται με τον Στρατάρχη και Πρόεδρο της Φινλανδίας Καρλ Γκούσταφ Έμιλ Μάνερχαϊμ (προσωπικές δηλώσεις, γραπτά, προσωπική αλληλογραφία καθώς και έγγραφα που σχετίζονται μ’ εκείνη την περίοδο). Από το 1932 και μετά, ο Μάνερχαϊμ κρατούσε ντοκουμέντα αποτελούμενα από μυστικές αναφορές, διπλωματικές επαφές, επιστολές, προσωπικές σημειώσεις, συζητήσεις και πολιτικές αποφάσεις σε έναν φάκελο με την κωδική ονομασία «S-32», ο οποίος έχει χαρακτηριστεί απόρρητος. Το έργο βασίστηκε στα περιεχόμενα αυτού του Φακέλου. Πολιτικοί λόγοι, όμως, τον εμπόδισαν να χρησιμοποιήσει τον φάκελο σαν αποδεικτικό στοιχείο μετά τον πόλεμο. Η μη αποκάλυψη του φακέλου S-32 εξυπηρετούσε τη διατήρηση καλών σχέσεων με τη Σοβιετική Ένωση, και η κυβέρνηση του Ελσίνκι δεν ήθελε με κανένα τρόπο να δυσαρεστήσει τη Μόσχα.

Τα γεγονότα του Φακέλου S-32 διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια του ρωσοφινλανδικού πολέμου ή Χειμερινού Πόλεμου, δηλαδή της στρατιωτικής σύγκρουσης ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και τη Φινλανδία μεταξύ 1939 και 1940. Το αίτιο αυτού του πολέμου είναι το ότι η Σοβιετική Ένωση υπό τον Ιωσήφ Στάλιν ακολούθησε επεκτατική εξωτερική πολιτική απέναντι στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης με σκοπό την ανακατάληψη των επαρχιών της τσαρικής Ρωσίας, οι οποίες είχαν απωλεσθεί κατά τη διάρκεια της Ρωσικής επανάστασης.

Από αριστερά προς τα δεξιά: Ο Αρχηγός του σοβιετικού Γενικού Επιτελείου και Αναπληρωτής Λαϊκός Επίτροπος Άμυνας στρατάρχης Μπορίς Σαπόσνικοφ, Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ, ο Στάλιν, ο Υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης Βιατσεσλάβ Μολότοφ (στο κέντρο καθιστός), και άλλοι επίσημοι κατά τη σύναψη του γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη επίθεσης στη Μόσχα (23 Αυγούστου 1939). Οι δυτικές κυβερνήσεις (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ) και ο δυτικός Τύπος αιφνιδιάστηκαν από τη γερμανο-σοβιετική συμμαχία.

Στις 23 Αυγούστου του 1939 ο Υπουργός Εξωτερικών της Ε.Σ.Σ.Δ. Βιατσεσλάβ Μολότοφ και ο Γερμανός ομόλογός του Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ υπέγραψαν στη Μόσχα το γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης, γνωστό και ως Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ. Θα ίσχυε για  δέκα χρόνια και συνοδευόταν από ένα μυστικό πρωτόκολλο, το οποίο αποκαλύφθηκε το 1946 και αναγνωρίζει τα δικαιώματα της Ε.Σ.Σ.Δ. επί της Φινλανδίας, Λετονίας, Εσθονίας και Βεσσαραβίας και προέβλεπε τη διχοτόμηση της Πολωνίας μεταξύ των δύο χωρών με σύνορα τους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν.

Η Γερμανία επιτέθηκε στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου του 1939, με σκοπό την επανάκτηση του Ντάντσιχ, του οποίου ο πληθυσμός ήταν κατά κύριο λόγο γερμανικός, ενώ στις 17 Σεπτεμβρίου επιτέθηκε η Σοβιετική Ένωση. Μετά τη στρατιωτική κατάκτηση της Πολωνίας, η χώρα διαιρέθηκε μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης, όπως προβλέπει το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ. Σχετικά με την έναρξη του πολέμου, αξιοσημείωτη είναι η αποκάλυψη του προσχεδίου του λόγου με τον οποίο ο βασιλιάς της Μεγάλης Βρετανίας Γεώργιος ΣΤ΄ θα ανακοίνωνε στο αγγλικό έθνος και στη Βρετανική Κοινοπολιτεία την κήρυξη πολέμου κατά της Γερμανίας σε μια δημοπρασία το 2013 στην Αγγλία. Το προσχέδιο αυτό ετοιμάστηκε στις 25 Αυγούστου του 1939, μία εβδομάδα πριν από την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία. 

Στον αριστερό χάρτη απεικονίζεται ο χωρισμός της ανατολικής Ευρώπης σε ζώνες επιρροής μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ρωσίας, όπως προβλεπόταν στο μυστικό πρωτόκολλο του Συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ (1939). Στο δεξιό χάρτη απεικονίζονται οι εδαφικές συνοριακές αλλαγές, που έγιναν μετά τη γερμανική και τη σοβιετική εισβολή στην Πολωνία.

Παράλληλα, η Σοβιετική Ένωση ακολούθησε επεκτατική πολιτική απέναντι στη Φινλανδία, η οποία, όμως, πράττοντας αντίθετα από τις χώρες της Βαλτικής, έθεσε σε εφαρμογή μια γιγάντιας κλίμακας κινητοποίηση, καλύπτοντάς την από τους Σοβιετικούς υπό το πρόσχημα των εκπαιδευτικών στρατιωτικών γυμνασίων. Η σοβιετική κυβέρνηση με το πρόσχημα ότι ήθελε να διασφαλίσει τη βαλτική πλευρά της Ρωσίας έναντι μελλοντικής απειλής, ζήτησε από τη Φινλανδία να της παραχωρήσει φινλανδικά εδάφη περιφερειακά της πόλης Λένινγκραντ. Μετά από διπλωματικές διαπραγματεύσεις, κατά τις οποίες η Φινλανδία αρνήθηκε σθεναρά την ικανοποίηση των Σοβιετικών απαιτήσεων, ακολούθησε εντατική κινητοποίηση των σοβιετικών στρατευμάτων κοντά στα φινλανδικά σύνορα· τον Οκτώβριο του 1939, οι δυνάμεις εισβολής άρχισαν να καταλαμβάνουν τις θέσεις εξόρμησης.

Παρότι οι Σοβιετικοί είχαν αριθμητική υπεροχή, τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου απωθήθηκαν και ηττήθηκαν επανειλημμένως από την ηρωική και γενναία αντίσταση του φινλανδικού στρατού στις οχυρώσεις της Γραμμής Μάνερχαϊμ, καθώς και στις δασικές εκτάσεις στα βόρεια, μέσω της φινλανδικής τακτικής «motti» (ελιγμός περικύκλωσης). Ωστόσο, μετά την κατάκτηση της Πολωνίας, η Σοβιετική Ένωση ήταν σε θέση να μεταφέρει στο φινλανδικό μέτωπο επιπλέον στρατεύματα, που δημιούργησαν υπέρ της αριθμητικό πλεονέκτημα, με αποτέλεσμα να διασπάσει τη Γραμμή Μάνερχαϊμ. Η φινλανδική κυβέρνηση ζήτησε τότε κήρυξη εκεχειρίας. Η ρωσοφινλανδική σύγκρουση έληξε εν τέλει στις 12 Μαρτίου του 1940 με τη συνθήκη ειρήνης της Μόσχας. Βάσει αυτής, η Φινλανδία εκχωρούσε στη Σοβιετική Ρωσία τον Ισθμό της Καρελίας και προέβαινε σε ορισμένες άλλες παραχωρήσεις που ήταν πιο επαχθείς σε σχέση με τις αρχικές σοβιετικές απαιτήσεις πριν από τον πόλεμο. Η Φινλανδία απώλεσε το 11% των εδαφών της, που πέρασαν στην κατοχή της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίς όμως να μετατραπεί σε σοβιετική δημοκρατία. Η Ε.Σ.Σ.Δ. από την άλλη βγήκε από τον πόλεμο αυτό με βαρύτατες απώλειες στα πεδία της μάχης και με τη διεθνή της φήμη τρωμένη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στη Ρωσία τη δεκαετία του 1990, η Ε.Σ.Σ.Δ. έχασε στον Χειμερινό Πόλεμο πάνω από 100.000 άντρες, δηλαδή σε εκατό ημέρες πάνω από δύο φορές περισσότερους άνδρες από ότι σε δέκα χρόνια στο Αφγανιστάν.

Ο Στάλιν και Ρίμπεντροπ στο Κρεμλίνο. 23 Αυγούστου 1939.

Ο ρωσοφινλανδικός πόλεμος του 1939 ήταν η βασική αιτία που η Φινλανδία πήρε μέρος, το 1941, στη γερμανική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ, ώστε να επανακτήσει τις περιοχές που έχασε. Είχε προηγηθεί, στις 24 Ιουλίου του 1940, η υπογραφή της γερμανοφινλανδικής εμπορικής συνθήκης και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου η Γερμανία διαπραγματεύτηκε συμφωνία για τη διέλευση των γερμανικών στρατευμάτων προς τη βόρεια Νορβηγία μέσω Φινλανδίας. Το Δεκέμβριο του 1940 διεξήχθησαν συνομιλίες μεταξύ των στρατιωτικών Επιτελείων Γερμανίας και Φινλανδίας, και στις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους υπέγραψαν συνθήκη φιλίας. Ταυτόχρονα, επιτράπηκε σε γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις να εγκατασταθούν στην Φινλανδία μέσω της Σουηδίας. Στις 25 Ιουνίου του 1941 οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν αεροπορικές επιθέσεις σε  φινλανδικές πόλεις. Κατά την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, η Φινλανδία εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας, ως σύμμαχός της.  Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Φινλανδία επανέκτησε τα εδάφη που είχε χάσει κατά τον Χειμερινό πόλεμο, διατηρώντας την περιοχή που είχε πριν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Χερσόνησο της Καρελίας για δυόμισι χρόνια. Δε συμμετείχε όμως ευθέως μαζί με τις γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις στην πολιορκία του Λένινγκραντ (Σεπτέμβριος 1941 – Ιανουάριος 1944). Με την υποχώρηση της Γερμανίας, η Ε.Σ.Σ.Δ. επανέφερε τα σύνορα στην οριογραμμή του 1940, παρά την εκ νέου προβολή σθεναρής αντίστασης από τον μικρό φινλανδικό στρατό. Όταν φάνηκε ότι η πλάστιγγα στο Ανατολικό Μέτωπο έγερνε υπέρ της Σοβιετικής Ένωσης μετά την ήττα της Γερμανίας στο Στάλινγκραντ το Φεβρουάριο του 1943, η Φινλανδία αναζητούσε τρόπο να απεμπλακεί από τις εχθροπραξίες και να συνάψει ειρήνη. Έτσι καθ’ όλη τη διάρκεια του 1943 και του 1944 η Φινλανδία διεξάγει διαπραγματεύσεις με τους Δυτικούς Συμμάχους και τους Σοβιετικούς για τη σύναψη ανακωχής.

Το 1944 ο Κόκκινος Στρατός απώθησε τους Φινλανδούς από τα περισσότερα εδάφη που είχαν καταλάβει κατά τη διάρκεια του πολέμου. Τελικά στις 12 Σεπτεμβρίου του 1944 συνήφθη ανακωχή στη Μόσχα, η οποία τερμάτιζε τις εχθροπραξίες μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Ένας από τους όρους της ανακωχής ήταν να εκδιώξουν οι Φινλανδοί τα γερμανικά στρατεύματα από το έδαφός τους. Έτσι ξεκίνησε ο Πόλεμος της Λαπωνίας μεταξύ Φινλανδίας και Γερμανίας στην επαρχία της Λαπωνίας, από το Σεπτέμβριο του 1944 έως τον Απρίλιο του 1945. Η Συνθήκη του Παρισιού (1947) τερμάτισε επίσημα τον πόλεμο μεταξύ Φινλανδίας και Ε.Σ.Σ.Δ. Η πρώτη επανήλθε στα σύνορα που είχε την 1η Ιανουαρίου του 1941, τα οποία αποτελούν και τα σημερινά σύνορα της χώρας με τη Ρωσία. Ακόμη, πολυάριθμοι πρόσφυγες υποχρεώθηκαν σε μετανάστευση από τα κατακτημένα εδάφη της Καρελίας και του Πετσάμο. Παρ’ όλ’ αυτά, η Φινλανδία διατήρησε την ανεξαρτησία της, καθώς η χώρα δεν καταλήφθηκε από τα σοβιετικά στρατεύματα. Ωστόσο, υποχρεώθηκε σε αυστηρή ουδετερότητα και διπλωματική δορυφοροποίηση υπό την πίεση της ισχυρότερης Ε.Σ.Σ.Δ., εξ ου και ο όρος «φινλανδοποίηση».

Το βιβλίο επίσης αποκαλύπτει τα ακόλουθα γεγονότα: ο τότε (1939-1940) πρώτος Λόρδος του Ναυαρχείου (Υπουργός των Ναυτικών) Ουίνστον Τσώρτσιλ και ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Ιωσήφ Στάλιν διαπραγματεύτηκαν και συμφώνησαν ήδη από τον Απρίλιο του 1939 τη μεταξύ τους στρατιωτική συνεργασία και το άνοιγμα ενός πολέμου τεσσάρων μετώπων κατά της Γερμανίας. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι όταν η Γερμανία και η Σοβιετική Ένωση επιτεθούν στην Πολωνία, η κήρυξη πολέμου από συμμαχικής πλευράς θα στρέφεται μόνο κατά της Γερμανίας και όχι κατά της Ρωσίας. Αποδεικνύεται επίσης ότι ο Στάλιν είχε ενημερώσει τον Τσόρτσιλ για την προσέγγιση με το Γ΄ Ράιχ, έχοντας εξασφαλίσει την υποστήριξη του. Στο μυστικό πρωτόκολλο που αποκαλύφθηκε μετά τον πόλεμο, το 1946, και περιέχεται στο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ καθορίζονταν οι σφαίρες επιρροής της Γερμανίας και της Ρωσίας στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι οι βαλτικές χώρες θα ανήκουν στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Το γεγονός όμως αυτό κατά τον Χαoυταμάκι δεν σήμαινε και την άδεια για στρατιωτική καταληψη τους από τη Σοβιετική Ρωσία, αλλά μόνο το δικαίωμα για απαίτηση εγκατάστασης βάσεων σε στρατηγικές θέσεις σε περίπτωση πολέμου.

Επίσης στο βιβλίο αναφέρεται ‘και εδώ εντοπίζεται το συνταρακτικό στοιχείο του φακέλου S-32’ ότι, στις 15 Οκτωβρίου του 1939 υπεγράφη μυστική συμφωνία στη Μόσχα μεταξύ Τσόρτσιλ και Στάλιν που προέβλεπε συμμαχία μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης, της Αγγλίας και της Γαλλίας, βάση της οποίας ήταν η επιδίωξη των συμβαλλόμενων μερών για κοινή δράση με στόχο τη στρατιωτική και οικονομική καταστροφή της Γερμανίας. Ο Στάλιν υπέγραψε τη συμφωνία στις 28 Ιανουαρίου του 1940 και ο Τσώρτσιλ στις 8 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους. Στην ίδια συμφωνία, συμφωνήθηκε και το σχέδιο του Τσώρτσιλ, για εισβολή και κατάληψη της Νορβηγίας και Σουηδίας από τους Άγγλους, τους Γάλλους αλλά και από τους Ολλανδούς και τους Βέλγους, με το πρόσχημα της πρόσκτησης εδάφους για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Φινλανδία. Στους Ρώσους επιτράπηκε να καταλάβουν και να κατέχουν τη Φινλανδία και τις βαλτικές χώρες σε αντίθεση με το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, που προέβλεπε μόνο σφαίρες επιρροής και μόνο την εγκατάσταση στρατηγικών βάσεων σε περίπτωση πολέμου, και όχι τη στρατιωτική κατάκτησή τους, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Ο Μάνερχαϊμ κράτησε μυστική τη συμφωνία των Δυτικών με τη Σοβιετική Ένωση, που περιείχε το αρχείο του S-32, αντίγραφα του οποίου έχουν γίνει τώρα γνωστά.

Το σχέδιο αυτό αποσκοπούσε στην κατοχή της Σκανδιναβίας και κατ’ επέκταση του γεωστρατηγικού χώρου της Βαλτικής και της Βόρειας θάλασσας (ζωτικής σημασίας για τη Γερμανία), με σκοπό την περικύκλωση της Γερμανίας και την επίθεση των Συμμάχων εναντίον της σε τέσσερα μέτωπα (βορρά, νότο, ανατολή και δύση), με σκοπό να διασκορπιστουν οι γερμανικές δυνάμεις. Βεβαίως όλα αυτά θα γίνονταν κατά παράβαση της σουηδικής ουδετερότητας, γιατί αυτό που προείχε ήταν η καταστροφή της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας. Με αυτή τη συμφωνία, ο Τσώρτσιλ όχι μόνο παρενέβαινε στα εσωτερικά μικρών χωρών (όπως η Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία), τις οποίες ήθελε να καταλάβει η Αγγλία καταλύοντας την ανεξαρτησία τους, αλλά επέτρεπε στους Ρώσους την κατοχή της Φινλανδίας και των βαλτικών χωρών, εν αντιθέσει με το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο όπως είδαμε παραπάνω.

Ο Μάνερχαϊμ κράτησε το περιεχόμενο της συμφωνίας μυστικό στο έγγραφο του S-32. Τα επιχειρησιακά σχέδια για αυτό τον πόλεμο υπογράφηκαν προφανώς από τον Τσώρτσιλ στις 8 Φεβρουαρίου του 1940 στο Λονδίνο. Εν πάση περιπτώσει, τα παρέδωσε την επόμενη μέρα στον ταχυδρόμο του Στάλιν, για να προωθηθούν αεροπορικώς στη Μόσχα. Τα σχέδια όμως αυτής της συμφωνίας έγιναν αντιληπτά από τον Χίτλερ. Οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες γνώριζαν περί αυτού, και το σοβιετικό αεροπλάνο που μετέφερε τα υπογεγραμμένα από τον Τσώρτσιλ επιχειρησιακά σχέδια στη Μόσχα αναχαιτίστηκε από τους Γερμανούς πάνω από τη Βαλτική Θάλασσα. Στη συνέχεια, όταν το αεροπλάνο έκανε αναγκαστική προσγείωση στη Γερμανία, η Γερμανική κατασκοπεία εξέτασε εξονυχιστικά το σοβιετικό αεροπλάνο και τους επιβάτες του. Ανάμεσα στα πολλά έγγραφα που βρήκαν, κατάσχεσαν και αντέγραψαν τότε οι Γερμανοί, ήταν και ένας χάρτης των κοινών συμμαχικών και σοβιετικών στρατιωτικών επιχειρήσεων που αφορούσαν τα σκανδιναβικά κράτη, εγκεκριμένα από τον Αρχηγό του Βρετανικού Ναυαρχείου Τσώρτσιλ.

Οι αποκαλύψεις του S-32 συνεχίζονται και για άλλα γεγονότα που αφορούν τη Σοβιετική Ένωση. Αναφέρεται ότι η λήξη του ρωσοφινλανδικού πολέμου δεν οφείλεται στο ότι δήθεν ο Στάλιν φοβήθηκε την ανάληψη κοινής αγγλογαλλικής δράσης εναντίον των σοβιετικών δυνάμεων που είχαν εισβάλει στη Φινλανδία. Οι Σοβιετικοί υποχώρησαν ύστερα από γερμανική παρέμβαση. Ο Χίτλερ έστειλε προειδοποίηση στον Στάλιν ότι, αν δεν έληγε τον πόλεμο με την Φινλανδία, η Γερμανία θα βομβάρδιζε τα σοβιετικά στρατεύματα και θα έμπαινε στον πόλεμο υπέρ της Φινλανδίας. Συγκεκριμένα έστειλε δύο τελεσίγραφα στον Στάλιν, για να σταματήσει τον πόλεμο με την Φινλανδία. Το πρώτο στάλθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1940 και έλεγε «Σταμάτα τον πόλεμο και κάνε ειρήνη με την Φινλανδία». Ήταν μια επιστολή διαταγής προς τον Στάλιν και όχι πρόταση ή διπλωματική σύσταση. Το δεύτερο στάλθηκε στις 3 Μαρτίου του 1940.

O Χίτλερ συναντά τον Μάνερχαϊμ. Photo: www.mixanitouxronou.gr/

Στις 9 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, με εντολή του Χίτλερ ο Μάνερχαϊμ έλαβε ταχυδρομικά από τον Ρίμπεντροπ αντίγραφα των σχεδίων που αφορούσαν τις μυστικές διαβουλεύσεις των Συμμάχων και των Σοβιετικών για τη Φινλανδία και τη Σκανδιναβία, συμπεριλαμβανομένων χαρτών και δηλώσεων για τις σχεδιασμένες επιχειρήσεις τους στην Ευρώπη. Επίσης, με την επιστολή αυτή ο Χίτλερ ενημέρωνε τον Στρατάρχη για το τελεσίγραφο που έστειλε στον Στάλιν. Τότε ο Στρατάρχης κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να περιμένει καμία βοήθεια από τους Δυτικούς.

Συγκεκριμένα στην επιστολή του Υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας Ρίμπεντροπ στον Στρατάρχη Μάνερχαϊμ στις 7 Μαρτίου του 1940, αναφέρονταν τα ακόλουθα για τα γερμανικά τελεσίγραφα στη Σοβιετική Ένωση, καθώς και για την ενημέρωση του Μάνερχαϊμ από τους Γερμανούς για τα μυστικά σχέδια των Συμμάχων όσον αφορά τη Σκανδιναβική Χερσόνησο:

«Στον: Στρατάρχη της Φινλανδίας Καρλ Γκούσταφ Έμιλ Μάνερχαϊμ.

Η Γερμανική Κυβέρνηση έχει λάβει το ερώτημα σας, Κύριε Στρατάρχα, προς τον Γερμανό ηγέτη Αδόλφο Χίτλερ: Τι σημαίνει το γράμμα που στάλθηκε από τον Χίτλερ στις 9 Φεβρουαρίου 1940 στον Στρατάρχη Μάνερχαϊμ, σχετικά με τον πόλεμο που έβαινε προς το τέλος μεταξύ της Φινλανδίας και της Σοβιετικής Ένωσης, γιατί η επιστολή στάλθηκε μετά την επίθεση των Σοβιετικών με διπλάσια περισσότερη δύναμη από τα Φινλανδικά στρατεύματα;

Εξαιτίας της αλλαγής της διεθνούς κατάστασης, η πολιτική μεταξύ Γερμανίας και Φινλανδίας πρέπει να ιδωθεί υπό διαφορετικό πρίσμα, η Γερμανική Κυβέρνηση και ο Γερμανός ηγέτης Αδόλφος Χίτλερ, με έχουν εξουσιοδοτήσει να σας πω Κύριε Στρατάρχα Μάνερχαϊμ τα ακόλουθα: Πρώτον, θα βρείτε το εσώκλειστο αντίγραφο της φωτογραφίας, που περιέχει μέρος των εγγράφων που έπεσαν σε γερμανικά χέρια στις 19 Φεβρουαρίου του 1940. Το έγγραφο είναι μια λεπτομερής αναφορά της εφαρμογής μιας συμφωνίας μεταξύ του Στάλιν και της Σοβιετικής Ένωσης, του Τσώρτσιλ και των Βρετανών, και των Δυτικών τους Συμμάχων, που έγιναν εκ μέρους της Μόσχας στις 15 Οκτωβρίου του 1939. Η συμφωνία είναι ένα έγγραφο στο οποίο οι Δυτικές δυνάμεις, μαζί με τη Σοβιετική Ένωση, προτείνουν να νικήσουν τη Γερμανία μέχρι την άνοιξη του 1940, με πιθανή στρατιωτική δράση.

Μολονότι η Φινλανδία δεν είναι σύμμαχος της Γερμανίας, το ζήτημα, ωστόσο, ισχύει επίσης και για τη Φινλανδία και για τη Σκανδιναβική χερσόνησο, με τη λογική ότι η αγγλο-σοβιετική πολιτική στοχεύει προς τη Γερμανία, τα Βαλτικά Κράτη και στην κατεύθυνση της Σκανδιναβικής χερσονήσου, επιπλέον με την επίθεση στις Γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις προς την πλευρά της Γαλλίας, στην ανατολή η επίθεση θα γινόταν από τη Σοβιετική Ένωση στην κατεύθυνση των Βαλκανίων. Επισυναπτόμενο με αυτό το γράμμα είναι ένας χάρτης των επιχειρήσεων.

Κύριε Στρατάρχα, δια του παρόντος δίνεται η ευκαιρία στη Φινλανδία να εξετάσει όλα τα έγγραφα που πάρθηκαν στη Γερμανία από το αναχαιτισμένο αεροσκάφος, και τους χάρτες οποτεδήποτε θέλετε. Ελπίζουμε ότι θα τα προσέξετε αμέσως.

Δεύτερον, η Σοβιετική Ένωση, με την οποία η Γερμανία έχει ένα ισχύων δέκα χρόνων σύμφωνο φιλίας, είναι αναμεμιγμένη σε μια Αγγλική συνωμοσία. Ως τέτοια, η Γερμανία τώρα θεωρεί τη Σοβιετική Ένωση, έναν αντίπαλο και δε μπορεί πλέον να κρατήσει σε ισχύ την συμφωνία, η οποία, μέχρι τώρα, κράτησε τη γερμανο-σοβιετική πολιτική δεσμευμένη.

Η Σοβιετική Ένωση, χωρίς τη γνώση των Γερμανών, είχε αλλάξει τη διεθνή πολιτική της. Ως εκ τούτου η γερμανο-σοβιετική συνεργασία θεωρείται άκυρη, χωρίς πιθανές μελλοντικές κυρώσεις. Η Γερμανία θεωρεί τώρα τον εαυτό της ελεύθερο από τις συμβάσεις, που έκανε με τη Σοβιετική Ένωση και θα πάρει μέτρα για τη δική της προστασία.

Τρίτον, στη βάση των παραπάνω εξεταζόμενων θεμάτων η Γερμανία θεωρεί τις δυσκολίες των Φινλανδών και το μέλλον της αυτονομίας τους ζωτικού ζητήματος, προκειμένου να προστατευτεί ο Γερμανικός βορράς. Γι’ αυτό θα πάρει μέτρα, για να διασφαλίσει ότι η Σκανδιναβική χερσόνησος και η περιοχή της Φινλανδίας θα παραμείνει ελεύθερη από τις αγγλο-σοβιετικές δυνάμεις.

Για αυτόν τον σκοπό,

α) νωρίς το πρωί τις 10 Φεβρουαρίου του 1940, ο Χίτλερ έδωσε στον Στάλιν, δια μέσω του Γερμανού Επιτετραμμένου, ένα διάταγμα υπογεγραμμένο από τον Χίτλερ στις 9 Φεβρουαρίου 1940, με τις γραπτές διατάξεις ότι η στρατιωτική δράση εναντίον της Φινλανδίας πρέπει να σταματήσει και να αγωνιστεί για ειρήνη.

Αυτό το θέμα σας έχει αποκαλυφθεί Κύριε Στρατάρχα Μάνερχαϊμ. Από τότε που η Γερμανική Κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι οι Σοβιετικοί δεν συμμορφώθηκαν με το αίτημα του Γερμανού ηγέτη Αδόλφου Χίτλερ και που εσείς, Κύριε Στρατάρχα Μάνερχαϊμ, είχατε επίσης ζητήσει από τον Χίτλερ, έτσι:

β) Το απόγευμα τις 3 Μαρτίου του 1940, ο Χίτλερ έδωσε στον Γερμανό Επιτετραμμένο τις ακόλουθες διατάξεις για τον Αντιπρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης: “Εάν η Σοβιετική Ένωση δε σταματήσει αμέσως, όχι αργότερα από αύριο 4 Μαρτίου του 1940, τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της Φινλανδίας, τότε η Γερμανία θα δώσει ένοπλη βοήθεια στους Φινλανδούς και θα οδηγήσει τα σοβιετικά στρατεύματα έξω από το έδαφος της Φινλανδίας”. Ο Στρατάρχης Χέρμαν Γκαίρινγκ επίσης ανακοίνωσε ταυτόχρονα προφορικά, ότι εάν η Σοβιετική Ένωση δε συμφωνήσει με την απαίτηση, η Γερμανική Πολεμική Αεροπορία θα παραταχθεί στο πλευρό της Φινλανδίας, οποτεδήποτε η Φινλανδία το ζητήσει. Η Γερμανία έχει ζωτικά ενδιαφέροντα στη Φινλανδία, τα οποία θα παρακολουθούνται και θα προστατεύονται».

Τέταρτον: Με τη διεθνή κατάσταση αλλαγμένη, βλέπουμε ότι η Γερμανία, αλλά επίσης και το Σκανδιναβικό έθνος μαζί της, μπαίνουν σε ένα διεθνές θέατρο του πολέμου πολεμώντας γενναία στη Φινλανδία εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, για το κοινό συμφέρον των χωρών μας. Για να εγγυηθούμε αυτά, η Γερμανική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να υπερασπιστεί τη Σκανδιναβική χερσόνησο και τη Φινλανδία και θα εξασφαλίσει ότι η χώρα σας, τουλάχιστον προς το παρόν, δε θα υποστεί εισβολή από τους Σοβιετικούς, ή από τις στρατιωτικές δυνάμεις των Δυτικών. Ο Καγκελάριος του Γερμανικού Ράιχ, Αδόλφος Χίτλερ, ζήτησε επιπλέον να ενημερώσω τη Φινλανδία ότι, αν χρειαστείτε έτοιμο στρατιωτικό υλικό και αεροπορική υποστήριξη, για να σας βοηθήσει να σταματήσετε τη συντριπτική επίθεση των Σοβιετικών, θα παρακινηθεί να τη δώσει άμεσα χωρίς καμία αμοιβαιότητα.

Βερολίνο, 7 Μαρτίου του 1940

Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ

Υπουργός Εξωτερικών του Ράιχ».

Άξιο προσοχής είναι τα όσα είχε πει ο πρώην Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Φινλανδίας Γιούχο Κούστι Παασικίβι, όσον αφορά την γερμανική πολιτική εκείνης της περιόδου απέναντι στην Φινλανδία: «ο Χίτλερ μας έσωσε».

Οι Τσώρτσιλ και Στάλιν δεν έμαθαν ότι οι μυστικές τους διαπραγματεύσεις ήταν πια γνωστές στον Χίτλερ. Μόνο τότε ξεκίνησαν τα γερμανικά προληπτικά επιθετικά σχέδια για τη Νορβηγία και τη Δανία. Βασισμένος σε αυτές τις ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τα επιθετικά σχέδια των συμμαχικών δυνάμεων για τη Νορβηγία και τη Σουηδία, ο Χίτλερ, για να προλάβει την ενδεχόμενη κατοχή των Σκανδιναβικών χωρών από τους Συμμάχους, διέταξε την εισβολή σε Δανία και Νορβηγία, τις οποίες οι Γερμανοί κατέλαβαν ταχύτατα. Η γερμανική εισβολή σε αυτές τις δύο σκανδιναβικές χώρες στις 9 Απριλίου του 1940 επήλθε ως άμεση αντίδραση στους βρετανοσοβιετικούς σχεδιασμούς που αποσκοπούσαν, με πρόσχημα τη Φινλανδία, να θέσουν υπό τον πλήρη έλεγχο τους τη σκανδιναβική χερσόνησο, μοιράζοντας τα εδάφη μεταξύ τους.

Ο Χαουταμάκι διατείνεται ότι η απόλυτη άρνηση της διέλευσης των συμμαχικών στρατιωτικών δυνάμεων διαμέσου της Σουηδίας έσωσε τη Φινλανδία από τη ξένη κατοχή. Η συμφωνία του Τσώρτσιλ και του Στάλιν επέτρεπε την κατάκτηση της Σκανδιναβίας και των Βαλτικών χωρών. Ένα τμήμα που προστέθηκε κατόπιν όριζε ότι θα δινόταν η ανεξαρτησία σε αυτές τις κατακτημένες χώρες όταν θα ερχόταν η ειρήνη.

Ακόμη, στο βιβλίο αναφέρεται ότι όταν η Φινλανδία εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας κατά την εισβολή της πρώτης στη Ρωσία, ο Στρατάρχης Μάνερχαϊμ έλαβε μυστικά γνώση των απαιτήσεων του Στάλιν να μην προχωρήσει ο Φινλανδικός στρατός προς το Λένινγκραντ ή να μην υπερβεί το όριο της λίμνης Σιβάρι, καθώς επίσης και να μη διαταράξει τη λειτουργία της ζωτικής σημασίας σιδηροδρομικής γραμμής της Σόρκα που ένωνε το λιμάνι του Μούρμανσκ με τη ρωσική ενδοχώρα. Ο Μάνερχαϊμ συμμορφώθηκε με τις σοβιετικές απαιτήσεις, διότι φαίνεται πως δεν πίστευε ότι η Γερμανία θα επικρατούσε στον πόλεμο. Έτσι εξηγείται το γιατί οι Φινλανδοί δεν προέλασαν εγκαίρως κατά του Λένινγκραντ, εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση του ρωσικού μετώπου τους πρώτους μήνες του, και η περίεργη αδράνεια της Φινλανδίας στο Ανατολικό Μέτωπο.

Είναι γεγονός ότι η μη διακοπή της πολύτιμης από στρατηγική άποψη σιδηροδρομικής γραμμής του Μούρμανσκ έδωσε την ευκαιρία στους Ρώσους να εφοδιάζονται με χιλιάδες τόνους πολεμικού υλικού που έρχονταν με νηοπομπές από την Αμερική σε εφαρμογή του Νόμου «Lend and Lease» (Εκμίσθωσης και Δανεισμού), χωρίς να γίνεται αντιληπτό από τους Φινλανδούς. Μια προέλαση σε αυτό το τομέα θα αρκούσε για να διακοπεί η αρτηρία που αιμοδοτούσε τις πιο κρίσιμες ώρες την Ε.Σ.Σ.Δ. με τη ζωτικής σημασίας αμερικανική στρατιωτική βοήθεια. Έτσι αποδεικνύεται πλέον γιατί η Φινλανδία υιοθέτησε διφορούμενο ρόλο στον γερμανοσοβιετικό πόλεμο και γιατί δεν ενήργησε σύμφωνα με τους όρους της Συμμαχίας που είχε με τη Γερμανία.

Χάρτης που απεικονίζει τις θαλάσσιες διαδρομές της αμερικανικής βοήθειας «Lend and Lease» προς τις χώρες συμμάχους των ΗΠΑ.

Αξιοσημείωτο είναι ότι και η Ιαπωνία δεν παρεμπόδισε καθόλου, ενώ μπορούσε, τις αμερικανικές νηοπομπές που μετέφεραν εφόδια και προμήθειες στη Σοβιετική Ένωση στο λιμάνι του Βλαδιβοστόκ, παρά τις γερμανικές διαμαρτυρίες, λόγω του ότι οι δύο Δυνάμεις διατηρούσαν αυστηρή ουδετερότητα μεταξύ τους καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης και η Ιαπωνία πάσχιζε να διατηρήσει καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση, πράγμα που άλλαξε όταν η Σοβιετική Ένωση κήρυξε τον πόλεμο στην Ιαπωνία. Ας σημειωθεί επίσης ότι η Ιαπωνία δεν είχε κηρύξει τον πόλεμο στη Σοβιετική Ένωση μετά τη γερμανική εισβολή στην δεύτερη, σε εφαρμογή του σοβιετοϊαπωνικού Συμφώνου μη επίθεσης, που υπογράφηκε στις 13 Απριλίου του 1941. Λόγω αυτής της ουδετερότητας οι αμερικανικές προμήθειες μπορούσαν να μεταφερθούν μόνο με πλοία που έφεραν σοβιετική σημαία, και σε αυτές δεν περιλαμβάνονταν πολεμικός εξοπλισμός λόγω του ότι τα πλοία επιθεωρούνταν από τους Ιάπωνες.

Το 1944, όταν οι Ρώσοι ανέκτησαν την πρωτοβουλία των κινήσεων στο Ανατολικό Μέτωπο και η Γερμανία υποχώρησε στα σύνορά της, ο Μάνερχαϊμ  πίστευε ότι δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας. Όταν τον επισκέφτηκε ο σοβιετικός απεσταλμένος Αντρέι Ζντάνοφ, μέλος του  Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης, μέλος της σοβιετικής αντιπροσωπείας που υπέγραψε τη συνθήκη ειρήνης στη Μόσχα με την οποία τερματιζόταν ο ρωσοφινλανδικός πόλεμος, καθώς και στενός συνεργάτης του Στάλιν, ο Μάνερχαϊμ του παρουσίασε τα έγγραφα του S-32 και του ζήτησε την αναμενόμενη ανταπόδοση των καλών προθέσεων από τη νικήτρια Σοβιετική Ένωση, αφού είχε εκπληρώσει τη συμφωνία που είχε κάνει με τον Στάλιν. Ο Ζντάνοφ, επιστρέφοντας από τη Φινλανδία στη Μόσχα, μετέφερε το αίτημα του Μάνερχαϊμ στο Στάλιν, ρωτώντας τον τι ακριβώς είχε συμφωνήσει. Από τότε περιέπεσε σε δυσμένεια.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Στάλιν έπαιζε διπλό παιχνίδι, παρουσιαζόμενος ταυτόχρονα στα φανερά ως σταθερός σύμμαχος της Γερμανίας και μυστικά ως φίλος των Συμμάχων. Έτσι η ΕΣΣΔ συνέχιζε να εισάγει υλικό υψηλής τεχνολογίας από τη Γερμανία, ενώ μετά την εισβολή των Γερμανών έλαβε από τις ΗΠΑ τεράστιες ποσότητες όπλων και πρώτων υλών με βάση το νόμο Δανεισμού και Εκμίσθωσης, τις οποίες ούτε η τότε ΕΣΣΔ ούτε η σύγχρονη Ρωσία δεν έχει εξοφλήσει μέχρι σήμερα. Υπολογίζεται ότι η αμερικανική βοήθεια προς τη Σοβιετική Ένωση μεταξύ 1941 και 1945 ανήλθε σε 18 εκατομμύρια τόνους υλικού συνολικού κόστους 11,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων (180 σημερινών δισεκατομμυρίων δολαρίων).

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έγινε καμία αναφορά στον φάκελο S-32 και η ιστορία παρουσιάστηκε όπως την ήθελαν οι νικητές του πολέμου, όπως και στην περίπτωση του Κατίν. Στη Δίκη της Νυρεμβέργης οι Σύμμαχοι αρνήθηκαν οποιαδήποτε αναφορά στο φάκελο S-32 ή σε άλλο αποδεικτικό υλικό που ήθελε να προσκομίσει η υπεράσπιση. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης στο Παρίσι το 1947, δεν επιτράπηκε στους Φινλανδούς να παρουσιάσουν καμία λεπτομέρεια από τον S-32.

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *